Το χρώμα και τη λάμψη του ήλιου δανείζονται τα χρυσοποίκιλτα εξαρτήματα που ντύνουν την κοσμική και εκκλησιαστική εξουσία στο Βυζάντιο. Το επίσημο νόμισμά του δεν θα μπορούσε να είναι παρά χρυσό ατόφιο. Το 312, ο Μ. Κωνσταντίνος χτύπησε τον «aureum solidum», τον «στέρεο χρυσό», τον «σόλιδο», το γνωστό Κωνσταντινάτο που ζυγίζει 24 καράτια.
Νομισματική υποτίμηση μπορούσε να γίνει με ελάττωση του βάρους και ο νόμος τιμωρεί αυστηρά όσους ξύνουν τα νομίσματα. Επίσημα το έκανε ο Νικηφόρος Φωκάς για να αντιμετωπίσει τις πολυδάπανες εκστρατείες του εναντίον των Αράβων. Η πιο συχνή επίσημη νοθεία όμως γίνεται με την ελάττωση της καθαρότητας του πολύτιμου μετάλλου. Σ’ αυτήν θα καταφύγει ο Αλέξιος Κομνηνός, την ώρα που η αυτοκρατορία απειλείται από Βορρά, Δύση και Ανατολή. Τα 24 καράτια του Μ. Κωνσταντίνου ύστερα από δέκα αιώνες μένουν μόλις 12, μαρτυρώντας τις δυσχέρειες των καιρών. Ως τα μέσα του 11ου αιώνα όμως, το «υπέρπυρο» βυζαντινό νόμισμα μένει σταθερό και καθαρό, βγαλμένο μέσα από τη δοκιμασία της φωτιάς (χρυσό «ολοκότινο»), από τα νομισματοκοπεία της Πόλης, της Θεσσαλονίκης και, στα παλιά, καλά χρόνια, από τα κρατικά εργαστήρια της Σικελίας, της Καρχηδόνας, της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας. Με αυτό εμπορεύονται πάντα τα έθνη και είναι δεκτό απ’ άκρου σ’ άκρο της γης, μαρτυρεί ο Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. Απηχώντας και διαδίδοντας το μεγαλείο του Βυζαντίου, απεικονίζει τη στρατιωτική του ισχύ στη χλαμύδα του αυτοκράτορα, το θεοστήρικτο της αρχής του στον Άγγελο ή τον Χριστό που τον στέφει, την οικουμενικότητα της εξουσίας του στη σφαίρα και το σκήπτρο του. Η λαϊκή φαντασία θα το επενδύσει με υπερφυσική δύναμη και θα το κάνει φυλαχτό.