Για τους αρχαίους Έλληνες, σημαντικότερη από την κτηνοτροφία ήταν η γεωργία, και η ιδιοκτησία του γεωργικού κλήρου στήριζε την πολιτική διάρθρωση της κοινωνίας. Στις καλλιέργειες κυριαρχούσαν τα δημητριακά, οι ελιές και τα αμπέλια, δώρα της Δήμητρας, της Αθηνάς και του Διονύσου. Η οργάνωση του χρόνου με βάση τις αγροτικές εργασίες αντικατοπτρίζεται σε ονόματα μηνών και σε θρησκευτικές γιορτές. Οι αρχαίοι εισήγαγαν σιτηρά από τη Σικελία, τη Θράκη, τον Πόντο και την Αίγυπτο, παστά ψάρια από τον Ελλήσποντο και τη Μαύρη θάλασσα και αλάτι από την Ταυρική χερσόνησο και τον Εύξεινο πόντο. Τα πολλά είδη ψωμιού μαρτυρούν τη μεγάλη του κατανάλωση. Τη γεύση ή την οξύτητα του κρασιού βελτίωναν με την προσθήκη θαλασσινού νερού, κιμωλίας, αρωματικών φυτών κ.ά. Σε ανέρωτο κρασί βουτούσαν οι αρχαίοι λίγο ψωμί που μαζί με ελιές και σύκα αποτελούσε το πρωινό τους, το «ακράτισμα». Η πιο αγαπημένη ζωική τροφή ήταν τα ψάρια, ιδιαίτερα τα παστά. Μεγάλη κατανάλωση είχαν όσπρια και λαχανικά, τυρί αυτούσιο ή σε διάφορα παρασκευάσματα, οστρακόδερμα και ακριβά χέλια από τους πλούσιους. Η χρησιμότητα των κατοικίδιων ζώων απέτρεπε τη σφαγή τους κι έτσι καταναλωνόταν κυρίως το φθηνό χοιρινό. Οι φτωχοί έτρωγαν βοδινό στις μεγάλες δημόσιες θυσίες και οι πλούσιοι εμπλούτιζαν το φαγητό τους με το κυνήγι. Στα συμπόσια, μετά το «δείπνον», οι συζητήσεις και η διασκέδαση συνοδευόταν με νερωμένο κρασί, ξηρούς καρπούς και φρούτα. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι το μέτρο και η εκλεκτικότητα εντασσόταν στην όλη «δίαιτα» του ανθρώπου, με την αρχαία έννοια του «τρόπου ζωής», που ο Ιπποκράτης θεωρούσε πολύτιμη για την υγεία.