Μόνο η σύζευξη των τοπογραφικών πληροφοριών από τις φιλολογικές πηγές με τα αρχαιολογικά ευρήματα θα βγάλουν από την επιστημονική αφάνεια μια πόλη διάσημη για το ναυτικό, το εμπόριο, τα εργαστήρια της μεταλλοτεχνίας και της κεραμικής, που πρωτοστάτησε στον αποικισμό του 8ου αιώνα π.Χ. Μόνο η συστηματική έρευνα της ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που αντιπαλεύει την αλλοίωση του τοπίου από τη σημερινή οικοδομική δραστηριότητα, μπορεί να αποκαλύψει τη συνολική εικόνα μιας πόλης που ιδρύθηκε στη γεωμετρική εποχή και εγκαταλείφθηκε στα τέλη της αρχαιότητας (600 μ.Χ. περίπου). Η γεωγραφία της πλατιάς χερσονήσου που πάνω της αναπτύχθηκε η Χαλκίδα, με τις εύφορες μικρές κοιλάδες και το νερό από την πηγή της Αρέθουσας, είναι οπωσδήποτε σημαντική. Τα νεολιθικά ευρήματα της 5ης χιλιετίας π.Χ. δεν μας διαφωτίζουν, διαθέτουμε όμως περισσότερα στοιχεία για δύο μυκηναϊκούς οικισμούς στα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ. Έξω από την περιοχή τους βρέθηκαν συστάδες από θαλαμωτούς μυκηναϊκούς τάφους με ευρήματα που μαρτυρούν πλούτο και δεσμούς με μεγάλα κέντρα της εποχής, ιδίως τη Θήβα. Στις αρχές του 11ου αιώνα π.Χ., ύστερα από 100 χρόνια ερήμωσης, νέοι κάτοικοι από τη Βοιωτία ή τη Θεσσαλία οικίζουν τη Χαλκίδα, πιθανόν οι ίδιοι που οικίζουν και το Λευκαντί. Αρχίζει αργά η οικονομική και οικιστική ανάπτυξη ενός γεωργικού πληθυσμού που φαίνεται να οργανώνεται χαλαρά σε γειτονικά χωριά της ενδοχώρας. Ως προς τα ταφικά κτερίσματα, τα πήλινα αγγεία βρίσκουν τα ανάλογά τους στα νεκροταφεία της Τούμπας στο γειτονικό Λευκαντί. Όμως, αντίστοιχα, ούτε κόσμημα, ούτε όπλο, ούτε οποιοδήποτε άλλο εύγλωττο αντικείμενο εμφανίζεται στη Χαλκίδα. Η διαφορά είναι εντυπωσιακή.