Οι σχεδιασμένες από τον Γερμανό αρχιτέκτονα Ernst Ziller γραπτές διακοσμήσεις για το εσωτερικό και εξωτερικό οικοδομημάτων της Αθήνας φανερώνουν τις επιρροές του από την ελληνική αρχαιότητα (ιδιαιτέρως την αρχιτεκτονική πολυχρωμία), τη ρωμαϊκή αρχαιότητα (ιδιαιτέρως της πομπηιανές συνθέσεις), την Αναγέννηση και τις δημιουργίες του Theophil Hansen. Οι τακτικές επισκέψεις του Ziller στη Βιέννη, τόπο δράσης του Hansen μετά την αποχώρησή του από την Αθήνα το 1846, του παρείχαν τη δυνατότητα να ενημερώνεται για το έργο του στενού φίλου και συνεργάτη του, και να αναπτύξει δεσμούς γενικότερα με τους ζωγράφους του λεγόμενου «κύκλου Rahl», π.χ. τον Eduard Bitterlich. O Ziller μετέφερε στην Αθήνα διακοσμητικά συστήματα στο πλαίσιο των ιστορικιστικών τάσεων, που άκμαζαν την εποχή εκείνη στη Βιέννη. Οι επιρροές του Hansen στο διακοσμητικό έργο του γίνονται προφανείς μέσα από ποικίλες συγκρίσεις, π.χ. οροφές της οικίας Ψύχα με οροφές των Palais Todesco και Epstein, οροφές της οικίας Καλλιγά με οροφές για το μέγαρο του αρχιδούκα Γουλιέλμου, διάφορα αταύτιστα σχέδια του Ziller με σχέδια για το Palais Todesco και το μέγαρο του αρχιδούκα Γουλιέλμου. Με ανάλογο τρόπο αντιμετωπίζεται, επίσης, από τους δύο αρχιτέκτονες το θέμα των Μουσών εντός ανεξάρτητων πλαισίων. Μέσα από το σωζόμενο έργο του Ziller διαπιστώνεται η πρόθεσή του να λειτουργεί ως φορέας του Gesamtkunstwerk, δηλαδή θεωρούσε τη ζωγραφική και τη γλυπτική ως αλληλένδετες και αλληλοσυμπληρούμενες τέχνες σε σχέση με την αρχιτεκτονική, μία έννοια της οποίας ο Theophil Hansen υπήρξε θερμός υποστηρικτής.