Στις Φθιώτιδες Θήβες βρέθηκε παλαιοχριστιανικό λυχνάρι (4ος-5ος αιώνας) που για πρώτη φορά αποπειράται να στηριχτεί σε λυχνοστάτη. Από την Αγορά των Αθηνών προέρχεται λύχνος του 10ου ή του 11ου αιώνα, με δύο ελαιοφόρα κύπελλα στην κορυφή ενός ελαφρά κωνικού στηρίγματος που πατά σε κυκλική βάση. Δεν γνωρίζουμε τους χαμένους κρίκους ανάμεσα στα δύο, ο δεύτερος τύπος πάντως θα επικρατήσει πιθανόν ως και την πρώιμη Τουρκοκρατία. Όταν, με τη Φραγκοκρατία, η κεραμική παραγωγή αποσυνδέεται από την κεντρική διοίκηση, οι τοπικοί κεραμίστες από τη Λάρισα, τα Τρίκαλα, τον Τύρναβο ρίχνουν στην αγορά σκεύη υψηλής ποιότητας. Τα λυχνάρια, με χερούλι, με γυαλωμένα μόνο τα κύπελλα ή όλη τους την επιφάνεια, συχνά παραλλάσσουν το βασικό τους σχήμα: ένα μόνο κύπελλο, μικρού ύψους στήριγμα κ.ά.
Οι κηροστάτες επηρεάζονται από τα λυχνάρια διττά: κάποιοι εμπνέονται από το σχήμα των κυπελλοφόρων λυχναριών, άλλοι από τα λυχνάρια με την κωνική και ευρείας διαμέτρου βάση.