Στην Πέλλα, όπου εφαρμόστηκε το ιπποδάμειο ρυμοτομικό σύστημα, τα σπίτια που βρέθηκαν στις ανασκαφές καλύπτουν το κενό ανάμεσα στα σπίτια της Ολύνθου του 4ου αιώνα π.Χ. και στα υστεροελληνιστικά σπίτια της Πριήνης και της Δήλου. Η συγγραφέας περιγράφει λεπτομερώς το σπίτι με τα έγχρωμα κονιάματα, τυπικό και μέτριο σε διαστάσεις. Από την ανατολική είσοδο και το πρόθυρο, μακρύς διάδρομος διακοσμημένος με πολύχρωμα κονιάματα οδηγούσε στη στοά μέσα από την αύλειο θύρα. Στην αυλή βρέθηκε η βάση του βωμού. Πάνω στον λίθινο στυλοβάτη πατούσαν δεκατέσσερις δωρικές κολόνες. Οι ευρύχωρες στοές είχαν πλάτος 3 μ. Στα βόρεια της στοάς άνοιγε ευρύχωρη αίθουσα, η εξέδρα. Η μοναδική διακόσμηση των τοίχων της, κατά τον α΄ πομπηιανό ρυθμό, μας δίνει και το ακριβές ύψος (5 μ.) του δωματίου. Με την αίθουσα αυτή συνδέεται ο ανδρώνας του σπιτιού. Οι υπόλοιποι χώροι περιλαμβάνουν τα καθημερινά δωμάτια (ενδιαιτήματα ή διαιτητήρια), τις κρεβατοκάμαρες (θαλάμους), την κουζίνα (οπτάνιο) και τους χώρους υγιεινής. Το ανοιχτό δωμάτιο στα νότια του σπιτιού ήταν ιδανικό για θερινή διαμονή. Τα λιγότερο πλούσια σπίτια, με εμβαδόν γύρω στα 400 τ.μ., είχαν και αυτά κεντρική αυλή. Στο βόρειο άκρο της, πλατύς στεγασμένος διάδρομος, που λέγεται παστάδα, οριοθετεί πίσω του το χώρο με τα καθημερινά δωμάτια, ενώ δίνει το όνομά του σε αυτόν τον τύπο σπιτιού. Όντας πολύ κοινός τόσο στην Όλυνθο (4ος αι. π.Χ.) όσο και στην Πέλλα (2ος αι. π.Χ.), αυτός ο τύπος που επιβίωσε σε όλη τη διάρκεια ζωής του Μακεδονικού Κράτους φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα αγαπητός.