Στα Επτάνησα, από το δεύτερο μισό του 17ου και κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, η λατρευτική εικόνα, έτσι όπως είχε κληροδοτηθεί από τη βυζαντινή τέχνη, μεταμορφώνεται σταδιακά, ενώ οι δημιουργοί της Επτανησιακής Σχολής θα απαρνηθούν τη μεταβυζαντινή παράδοση για να υιοθετήσουν την τεχνική της ελαιογραφίας και ένα ιδίωμα νατουραλιστικό. Σχολιάζοντας την εξέλιξη από την εικόνα στον πίνακα, επικεντρωνόμαστε σε δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις θρησκευτικών έργων: τα θωράκια τέμπλων εκκλησιών της Ζακύνθου –αναπαράγουν μαζικά δυτικές χαλκογραφίες– και τις αναθηματικές εικόνες, έργα δημόσιας και ιδιωτικής λατρείας αντίστοιχα. Πέρα από τον αυστηρό χαρακτήρα του παραδοσιακού τέμπλου, η πλούσια θεματολογία των θωρακίων της Ζακύνθου αναδεικνύει ένα καινούργιο σύστημα αξιών, ενώ οι αναθηματικές εικόνες αναπαριστούν, συχνά με νατουραλιστική ακρίβεια, στοιχεία από το άμεσο περιβάλλον του παραγγελιοδότη.
Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Οθωμανούς: οι ορθόδοξοι ελληνόφωνοι πληθυσμοί στα Επτάνησα δεν αντιλαμβάνονται πλέον την πολιτισμική τους ταυτότητα σε αντιπαραβολή με τους Βενετούς και την κουλτούρα τους (όπως έκαναν σε μεγάλο βαθμό οι Κρητικοί) ούτε αυτοπροσδιορίζονται με βασικό κριτήριο το θρησκευτικό τους δόγμα. Θεμελιώδες πρότυπο για ένα διευρυμένο αστικό κοινό, ανεξάρτητο από εθνική προέλευση και δόγμα, αποτελεί πλέον η ίδια η Βενετία και η δημόσια εικόνα της. Αυτό επηρεάζει άμεσα την τέχνη και τα αισθητικά ιδεώδη, με αποτέλεσμα αστικοί κύκλοι των Επτανήσων να στρέφονται σε νατουραλιστικές αισθητικές αξίες προκειμένου να εκφράσουν τη θρησκευτικότητά τους.