Η υπάρχουσα νομοθεσία στην Ελλάδα στοχεύει κυρίως στην προστασία κτηρίων του 19ου αιώνα και παραδοσιακών οικισμών. Ωστόσο, στις ευρωπαϊκές χώρες, από τη δεκαετία του ’80, διεθνείς οργανισμοί κινητοποιήθηκαν για τη συντήρηση αξιόλογων αρχιτεκτονημάτων και συνόλων του 20ού αιώνα. Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει συστήσει ειδική Επιτροπή μελέτης και το ICOMOS εξέδωσε μια πρώτη σειρά οδηγιών. Το DOCOMOMO προσανατολίζεται στη διάσωση του έργου των ιστορικών πρωτοποριών και του μοντέρνου κινήματος στην Ευρώπη ενώ, στο πλαίσιο της Unesco, λειτουργεί διεθνής ομάδα ειδικών για τη συντήρηση της αρχιτεκτονικής «Art nouveau» σε Ευρώπη και Λατινική Αμερική. Στην πολιτισμική αξιολόγηση και διάσωση περιλαμβάνονται το ίδιο το φυσικό περιβάλλον και οι κατασκευές που εντάσσονται δημιουργικά σε αυτό και το ολοκληρώνουν (ενδεικτικά: τα tucul στα χωριά της Αβησσυνίας ή οι υδροφράκτες κατά μήκος των βελγικών καναλιών).
Η προβληματική που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο των διεθνών οργανισμών συμπίπτει σε κάποια κοινά σημεία: καταρχήν, κάθε χώρα καλό θα ήταν να συντάξει και να δημοσιοποιήσει καταλόγους έργων που κρίνονται άξια προστασίας. Η επιλογή δεν πρέπει να δεσμεύεται από «πολιτισμικές προκαταλήψεις» υπέρ του μοντέρνου αλλά να καταγράφει και αντιπροσωπευτικά δείγματα του ακαδημαϊσμού ή περιφερειακών τάσεων. Να επιλέγονται έργα στα οποία να αναγνωρίζεται «ιστορική μνήμη» ή μία από τις νέες τυπολογίες του 20ού αιώνα (κινηματογραφικές αίθουσες, τα καταφύγια της γραμμής Maginot κ.ά.).
Πρωταρχική σημασία έχει το νομικό πλαίσιο και η εξασφάλιση πόρων. Από επιστημονική άποψη όμως, προέχει η μελέτη των κατασκευαστικών μεθόδων και υλικών, που εξασφαλίζει την ορθή ανάγνωση της παθολογίας του κτηρίου και την υιοθέτηση των καταλληλότερων μεθόδων επέμβασης.