Το παρόν άρθρο εξετάζει τα ερωτήματα εάν και κατά πόσον στις εκθέσεις Νεολιθικών Συλλογών στην Ελλάδα διαθλώνται επιστημολογικές τάσεις της Αρχαιολογίας αφενός και υιοθετούνται σύγχρονες τάσεις της Μουσειολογίας αφετέρου, προσπαθώντας να ανιχνεύσουμε την θεωρία που υπάρχει πίσω από την πράξη.
Εξετάζοντας τις νεολιθικές συλλογές των μελετών περιπτώσεων, καταλήξαμε ότι αυτές διακρίνονται από τα εξής κοινά χαρακτηριστικά: ένταξη των αντικειμένων σε συμφραζόμενα, συμπληρώσεις αυθεντικών αντικειμένων, συχνή χρήση αναπαραστάσεων και ανακατασκευών, χρήση λαογραφικών παραλλήλων.
Καθώς έχει τονιστεί η ανάγκη για ειλικρίνεια από πλευράς των επιμελητών, και η σύγχρονη αντίληψη για την ιστορία θέτει το ζήτημα της σχετικότητας κάθε ιστορικής ερμηνείας, φαίνεται ότι οι επιμελητές των εκθέσεων υιοθετούν τη διδακτική προσέγγιση, η οποία προϋποθέτει ότι η αλήθεια είναι αντικειμενική και υπάρχει ανεξάρτητα από το δέκτη. Αυτό σημαίνει ότι οι επιμελητές δεν έχουν αντιληφθεί -ή τουλάχιστον δεν το εκφράζουν στις εκθέσεις- ότι μπορούν να επενδύσουν με την ερμηνεία τους τα δεδομένα , και όχι να ανακατασκευάσουν το παρελθόν.
Στις Νεολιθικές Συλλογές δεν αντικατοπτρίζεται ο Νεολιθικός Πολιτισμός, αλλά το ιστορικό πλαίσιο που εκκόλαψε τις αντιλήψεις των επιμελητών που δημιούργησαν τις εκθέσεις, όπου αντικείμενα-αυθεντικά και ανακατασκευές- και εποπτικά μέσα, με τη μορφή κειμένων και εποπτικού υλικού «συνομιλούν» μεταξύ τους, δημιουργώντας συστήματα αναπαράστασης. Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι νέες θεωρίες στην αρχαιολογία ή πειραματισμοί απουσιάζουν εντελώς.