Τα βιογραφικά στοιχεία του Αριστοτέλη (384-322 π.Χ.) σχετίζονται άμεσα με το επιστημονικό του έργο. Συγγραφέας βιβλίων ιατρικής και φυσικής, ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν γιατρός στην αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Β΄. Επί είκοσι χρόνια, ο Αριστοτέλης μαθητεύει στην Ακαδημία του Πλάτωνα και, μετά το θάνατο του δασκάλου, θα εγκατασταθεί στη Μικρά Ασία και από εκεί στη Λέσβο. Τα έργα του μαρτυρούν την εντατική έρευνα που πυροδότησε η πλούσια χλωρίδα και πανίδα του νησιού και τις πληροφορίες που συγκέντρωσε από τους ντόπιους. Τη Λέσβο εγκαταλείπει το 343 π.Χ. για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του 13χρονου Αλέξανδρου. Οι μακεδόνες βασιλείς χρηματοδοτούν τις επιστημονικές του συλλογές, ενώ απεσταλμένοι του Αλέξανδρου του φέρνουν από την Ασία όλα τα αξιοπερίεργα είδη αυτής της ηπείρου. Το 335 π.Χ., ο Αριστοτέλης επιστρέφει στην Αθήνα και ιδρύει τη δική του Σχολή στο Λύκειον.
Οι έρευνες του Αριστοτέλη για τη Ζωολογία και τη Βιολογία συμπεριλαμβάνουν παρατηρήσεις ανατομικές και εμβρυολογικές. Φαίνεται ότι είχε κάνει ανατομικές έρευνες σε περισσότερα από πενήντα ζώα αλλά και σε ανθρώπινα έμβρυα. Στα τρία του μεγάλα βιολογικά έργα, Περί ζώων ιστορίαςΠερί ζώων μορίων και Περί ζώωνγενέσεως, μνημονεύει περίπου 500 ζώα και περιγράφει αναλυτικά όργανα του σώματος, τρόπους αναπαραγωγής, τροφικές συνήθειες, οικοσυστήματα. Δεν λείπουν βέβαια ανακρίβειες που οφείλονται στην έλλειψη μέσων παρατήρησης ή σε μυθομανείς πληροφοριοδότες. Το γεγονός δεν επισκιάζει τον μνημειώδη χαρακτήρα του έργου του, θεμέλιο μιας επιστήμης που παρέμεινε αναλλοίωτη ως το 1800.