Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Σκάβοντας ορύγματα πάνω στο λόφο που υπερδεσπόζει του Καζανλούκ, ανατολικά της Σόφιας, μια ομάδα στρατιωτών ανακαλύπτει θολωτό τάφο. Οι ανασκαφές ολοκληρώθηκαν το 1946. Για τις εντυπωσιακά διατηρημένες τοιχογραφίες του, το 1966 η Unesco εντάσσει τον τάφο στην Παγκόσμια Λίστα Μνημείων με Ιστορική Σημασία. Τη δεκαετία του 1960 συμπληρώνονται τα μέτρα προστασίας του ενώ το 1974 δημιουργείται ακριβές αντίγραφο του τάφου επισκέψιμο από το κοινό.
Ο τύπος του θολωτού τάφου μαρτυρεί την πολιτιστική διείσδυση των Ελλήνων που είχαν κατακλύσει με αποικίες τον Εύξεινο Πόντο από τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ. Ωστόσο, ο θρακικός τάφος που ανήκει στο β΄ μισό του 3ου αιώνα π.Χ. απομακρύνεται από τους αντίστοιχους θολωτούς της Υστεροελλαδικής περιόδου ήδη κατασκευαστικά, καθώς αποτελείται όχι από δύο αλλά από τρεις χώρους: έναν ανοικτό προθάλαμο χτισμένο με πέτρα, έναν κλειστό δρόμο και το νεκρικό δωμάτιο χτισμένα με τούβλα. Οι αμφικλινείς τοίχοι του δρόμου στο επάνω μέρος τους και σε όλο τους το μήκος απεικονίζουν σκηνές με έφιππους Θράκες σε γυμνάσια ή σε πόλεμο. Στη θολωτή στέγη του νεκρικού δωματίου, οι τοιχογραφίες απεικονίζουν τη νεκρική γιορτή που ακολουθεί το θάνατο του ευγενούς. Εικονίζεται ο νεκρός και η σύζυγός του, οι προσωπικοί υπηρέτες του και τα αγαπημένα του άλογα ράτσας. Στην κορυφή της θολωτής στέγης απεικονίζονται οι αγώνες αρμάτων προς τιμήν του νεκρού. Χρωστικές ουσίες, όπως κόκκινο Πομπηίας και ώχρα, επικαλύπτουν τους τοίχους του δρόμου και του νεκρικού θαλάμου.
Πλάι στον πρωτότυπο τάφο, υπάρχει και άλλο νεκρικό, θολωτό κτίσμα οθωμανικής προέλευσης κτισμένο γύρω στα μέσα του 14ου αιώνα μ.Χ.