Ο συγγραφέας στήνει έναν ζωντανό διάλογο ανάμεσα σε δύο νοικοκυρές, τη Φλαβία, μια εκρωμαϊσμένη Αιγύπτια, και τη Θοήριν, Ελληνίδα ειδωλολάτρισσα, εμπνευσμένο από ένα εγχειρίδιο των χρόνων του Αυγούστου (30-14 π.Χ.) με οδηγίες για την εκτέλεση μαγικών τελετών. Ωστόσο, το πιο εκπληκτικό εύρημα σε τάφο του 4ου αιώνα μ.Χ., είναι «η μαγική βιβλιοθήκη των Θηβών», με βιβλία και κυλίνδρους γραμμένα σε τέσσερις γλώσσες (ιερατική, δημοτική, κοπτική, ελληνική). Μαγικά σύνολα, ευρήματα με κέρινα ειδώλια και ξόρκια μέσα σε αγγεία, εικονογραφούν τις οδηγίες της για ερωτικά γητέματα που πρέπει να τοποθετούνται σε τάφους ανθρώπων που πέθαναν πρόωρα ή βίαια. Αυτά τα ανήσυχα πνεύματα (νεκυδαίμονες) μπορεί να θέσει ο μάγος στις προσταγές του.
Μετά τα ερωτικά, θέματα υγείας, και ιδιαίτερα ο πυρετός, αντιμετωπίζονται με φυλαχτά και ξόρκια γραμμένα σε πάνω από έξι γλώσσες, όπου συχνά συμφύρονται, χωρίς ειρμό, ανάκατα ονόματα. Το κλίμα της Αιγύπτου διέσωσε και δεκάδες από τα ερωτήματα που απευθύνονταν στα μαντεία για πρόβλεψη του μέλλοντος. Πάνω από χίλια είναι τα μεταλλικά κυρίως ελάσματα που προέρχονται από όλο τον τότε κόσμο, με γητέματα καλής τύχης ή κατάρες προς ανταγωνιστές και αντιζήλους. Χιλιάδες είναι και οι «γνωστικοί» σφραγιδόλιθοι στους οποίους αποδίδεται δύναμη από το ίδιο το ορυκτό αλλά και από το χρώμα του. Με σκαλισμένα μαγικά λόγια και σύμβολα της εμπνεύσεως του κάθε μάγου, «ενεργοποιούνταν» με τελετές καθαγιασμού πριν επιδοθούν στον πελάτη.