Η παρούσα δημοσίευση αφορά επεξεργασία παλαιότερης μονογραφίας με θέμα «Η βυζαντινή γυναίκα μέσα από τα αγιολογικά κείμενα και το ποινικό δίκαιο της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας»
Στην μονογραφία εκείνη, μέσα από την κριτική και ανάλυση των κειμένων, που αφορούσαν τους βίους των αγίων γυναικών Γοργίας (374),Δομνίνας (388),Πελάγιας (662), Ελισάβετ (465), Αθανασίας Αιγίνης (784) και Ειρήνης Χρυσοβαλάντου(872),προσπάθησα να ανιχνεύσω το κοινωνικό φύλο στο Βυζάντιο, όπως αυτό περιγράφεται στα κείμενα αυτά και να δω πως αυτό οριοθετείται κατά την συμβολική ερμηνεία του μύθου της Πτώσης και του μύθου της Ανάστασης, οι οποίοι διέπουν το αξιακό σύστημα της βυζαντινής κοινωνίας, συγχρονικά με τα ιστορικά γεγονότα που διέπουν κάθε διήγηση και την θεσμοθέτηση των κοινωνικών ρόλων στο Ποινικό Δίκαιο της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας .
Η κριτική ανάλυση και επεξεργασία των κειμένων απέδειξε την ερμηνεία του μύθου ανάλογα με την εποχή, σε συνάρτηση με την βιωματική εμπειρία των ανωνύμων (ή και επωνύμων) συγγραφέων των κειμένων, τα γεγονότα της εποχής με τις ανάγκες που προέκυπταν και σε αμφίδρομη σχέση με το ιδεολογικό-θεολογικό πλαίσιο (π.χ. Δόγματα, Αιρέσεις ).
Αν και στις περισσότερες διηγήσεις συστατικό στοιχείο του κοινωνικού φύλου προβάλει η ενοχή της γυναίκας στο κοινωνικό και φυσικό γίγνεσθαι, λόγω του «φύσει» τρεπτού του φύλου της, καθιερωμένου από τον μύθο της Πτώσης, στην αμέσως μετά (και κατά) την Εικονομαχία περίοδο συστατικό στοιχείο του κοινωνικού φύλου προβάλει η ενοχή του άνδρα λόγω της «φύσει» ορμής του και η απενοχοποίηση της γυναίκας ,η οποία στην ουτοπική «μοναχική» της διάσταση ταυτίζεται με το Θεομητορικό-Αγγελικό πρότυπο.
Στην παρούσα μελέτη θα προσπαθήσω, αναλύοντας τον βίο της αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου να δείξω πως γίνεται αυτή η μετάθεση μετά το τέλος της Β΄ Εικονομαχικής Περιόδου (813-843) .
Μέσα από την αγιολογική αυτή διήγηση η γυναίκα αντί για ένοχη περιγράφεται ως θεραπεύτρια του κοινωνικού κακού και ως θεραπεύτρια των ψυχών που ευθύνονται γι’ αυτό. Η σωματική ασθένεια και η θεραπεία της, όχι μόνο δεν απασχολεί τον συγγραφέα του κειμένου, αλλά εννοιολογείται διαφορετικά.