Η αντιπαραβολή των ομηρικών αφηγήσεων με αγγειογραφικές παραστάσεις εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως ασφαλές κριτήριο για την χρονολόγηση της «τελικής» σύνθεσης των επών. Εντούτοις, η μέχρι τούδε έρευνα έχει δείξει ότι: α) οι αγγειογραφίες που αποδίδουν ομηρικά επεισόδια αποτελούσαν πάντα ένα μικρό ποσοστό του συνόλου των σωζομένων αγγειογραφιών, β) ποσοστό το οποίο μειώνεται αντί να αυξηθεί όσο προσεγγίζουμε την εποχή κατά την οποία αποδεδειγμένα έχουμε ένα «σταθερό» ομηρικό κείμενο.
Κατά τους συγγραφείς τούτου του άρθρου, η προσδοκία που ενέπνευσε την προαναφερόμενη αντιπαραβολή λειτούργησε παραπλανητικά: τα κίνητρα των αγγειογραφήσεων δεν θα πρέπει να αναζητηθούν στα κατορθώματα των ηρώων του παρελθόντος αλλά κυρίως στο κατόρθωμα αυτών που τα αναπαριστούσαν στο παρόν και που πλήρωναν τον αγγειογράφο: των θεατρικών συγγραφέων, των χορηγών, των ηθοποιών και γενικά εκείνων που είχαν λόγους να θυμούνται και να θυμίζουν στους άλλους μια λαμπρή θεατρική παράσταση, αναγκαίως απομεμακρυσμένη από τα «στερεότυπα» κείμενα του παρελθόντος.