Τα χωριά της ανατολικής και δυτικής Αργιθέας στα ορεινά του νομού Καρδίτσας αποτελούσαν στην αρχαιότητα τμήμα της Αθαμανίας. Η Αθαμανία, περιοχή της κεντρικής Πίνδου, περιλάμβανε τη νοτιοανατολική Ήπειρο στο χώρο που καλύπτουν τα Αθαμανικά όρη (Τζουμέρκα) και τη δυτική ορεινή Θεσσαλία, όπου μια σειρά κορυφών της Πίνδου σχηματίζει «ορεινό τείχος» ανάμεσα στην Αθαμανία και τη Θεσσαλία. Το τοπίο της χώρας των Αθαμάνων καθιστούσε την περιοχή ιδανική για κτηνοτροφία. Ανάμεσα στις μεγάλες περιοχές της Αιτωλίας, της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, οι δρόμοι που εξασφάλιζαν την επικοινωνία της Αθαμανίας την καθιστούσαν και, στρατηγικά, θέση–κλειδί στην κεντρική Ελλάδα.
Ο Απολλόδωρος μάς πληροφορεί ότι ο τόπος οφείλει την ονομασία του στον βασιλιά Αθάμα. Οι περισσότεροι ερευνητές θεωρούν τους Αθαμάνες ελληνικό φύλλο που εγκαταστάθηκε ανάμεσα στη Θεσσαλία και την Ήπειρο τη 2η χιλιετία π.Χ. Για την προϊστορική περίοδο δεν έχουν βρεθεί αρχαιολογικά στοιχεία. Οι Αθαμάνες εμφανίζονται στα κοινά των Ελλήνων γύρω στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. και κατά καιρούς θα συμμαχήσουν με τους Λακεδαιμόνιους, τους Αθηναίους, τους Μακεδόνες αλλά θα στραφούν και εναντίον τους. Μακεδονική επαρχία το 191 π.Χ., η Αθαμανία το 168 π.Χ. δήλωσε υποταγή στη Ρώμη. Ως το 175 π.Χ. περίπου, οπότε οργανώνονται σε Κοινό, οι Αθαμάνες είχαν κληρονομική βασιλεία με πιο ονομαστό τους βασιλιά τον Αμύνανδρο. Βασική λατρευτική τους θεότητα ήταν η Διώνη. Λάτρευαν ακόμη την Αθηνά, τον Δία, την Αφροδίτη και τον Απόλλωνα.
Τα ερείπια οικισμών και οχυρών των ιστορικών χρόνων που συνήθως βρίσκονται κατά μήκος αρχαίων δρόμων και διαβάσεων δύσκολα μπορούν να ταυτιστούν με τις πόλεις που αναφέρει ο Τ. Λίβιος. Η Αργιθέα, πιθανότατα πρωτεύουσα της Αθαμανίας, τοποθετείται κοντά στο χωριό Αργιθέα (Κνίσοβο). Ερευνητές και περιηγητές έχουν επιχειρήσει να ταυτίσουν τη Θευδορία ή Θεοδωρία, την Τετραφυλία, την Ηράκλεια, τη Χαλκίδα, το Πότναιο ή Πότνειο, το Αθήναιο και την Αιθιοπία ή Εθοπία. Κοντά στη θέση «Παλαιόκαστρο» του χωριού Πετρωτό, όπου βρέθηκαν ερείπια ελληνιστικού οχυρού, στη θέση «Πουρναράκια», αποκαλύφθηκε τμήμα του νεκροταφείου του οχυρού με κιβωτιόσχημους τάφους και κτερίσματα αιχμές δοράτων, ξίφος, αγγεία, νομίσματα, χάλκινες διπλές περόνες. Στο χώρο της αρχαίας Αργιθέας αποκαλύφθηκε αναλημματικός τοίχος, τοίχοι οικιών και σημαντικό τμήμα του ανατολικού νεκροταφείου της πόλης, ενώ εντοπίστηκε και άλλο νεκροταφείο στη δυτική πλευρά. Οι κιβωτιόσχημοι τάφοι χρονολογούνται από τον 4ο ως τον 1ο αιώνα π.Χ. Οι κτερισμένοι τάφοι περιέχουν αγγεία, λυχνάρια, υφαντικά βάρη, νομίσματα, ξίφη, αιχμές δοράτων, μαχαίρια, πόρπες, περόνες, σκουλαρίκια κ.ά. κοσμήματα. Σε δύο επιγραφές αναφέρονται τα ονόματα Σταθμοννώ και Κρατείας.