Στο ψηλότερο σημείο της Ακρόπολης της Λίνδου, ο μικρός δωρικός ναός της Αθηνάς πήρε τη θέση του αρχαϊκού ναού που κάηκε το 392 π.Χ. Από τα Προπύλαια σώζεται η μεγάλη τους κλίμακα που κατεβαίνει προς την ελληνιστική Στοά. Τα μνημεία της Ακρόπολης αποκάλυψαν οι ανασκαφές (1902-1905) του δανού αρχαιολόγου K. Kinch. Στην αναστήλωση που έκαναν οι Ιταλοί το 1936, η εκτεταμένη χρήση νέας πέτρας και οπλισμένου σκυροδέματος οδήγησε στη σημερινή οξείδωση και θραύση σκυροδέματος και πέτρας. Ωστόσο, οι έλληνες μελετητές πρότειναν να διατηρηθεί το «σκηνικό» που είχε καθιερώσει η ιταλική αναστήλωση καθώς αποτελεί ιστορία του χώρου.
Οι εργασίες συντήρησης-αναστήλωσης στην Ακρόπολη άρχισαν το 1982. Η περιορισμένη εμπειρία αναστηλώσεων σε μνημεία από πωρόλιθο, το έντονα διαβρωτικό κλιματικό περιβάλλον και η απαιτούμενη αναστήλωση σε μεγάλο ύψος δυσκόλευαν το έργο. Οι βελτιώσεις απέβλεπαν στην αποκατάσταση σφαλμάτων και στην καλύτερη απόδοση της μορφής του ερειπίου. Η σύνδεση αρχιτεκτονικών μελών θα επέστρεφε στην αρχαία μέθοδο, δηλαδή στην ελεύθερη έδραση σπονδύλων με πόλους και εμπόλια από ορείχαλκο. Ο πωρόλιθος στις συμπληρώσεις θα είχε την επιθυμητή διαφοροποίηση από τον αρχαίο. Περιορισμένη χρήση λευκού τσιμέντου Δανίας με οπλισμό από τιτάνιο θα εξασφάλιζε στατικά τις επεμβάσεις.
Πρώτα συντηρήθηκαν οι πλάκες των ανδήρων της Στοάς και των Προπυλαίων. Ο φέρων οργανισμός διατηρήθηκε παρά την προχωρημένη οξείδωσή του και επενδύθηκε με εκτοξευμένο σκυρόδεμα. Η νέα κατασκευή ανεξαρτητοποιήθηκε από την αρχαία με αρμό, χρησιμοποιήθηκε μονωτικό υλικό, τοποθετήθηκε δίκτυο αποστραγγιστικών σωλήνων. Οι εργασίες για την αναστήλωση της Στοάς προχωρούν σήμερα με γοργό ρυθμό.