Οι δύο τρόποι αποτύπωσης μνημείων ή συνόλων διακρίνονται βάσει της μορφής προς αποτύπωση, το σκοπό της αποτύπωσης και τον διατιθέμενο εξοπλισμό. Προκύπτουν έτσι δύο μέθοδοι: η αναλογική και η αναλυτική.
Η αναλογική μέθοδος στηρίζεται στη χρήση απείρων σημείων και μπορεί να μας δώσει τα αποτελέσματα της αποτύπωσης χωρίς τη μεσολάβηση άλλης διεργασίας. Σε αυτές τις απαιτήσεις ανταποκρίνεται κυρίως η Φωτογραμμετρία. Η αναλυτική μέθοδος στηρίζεται στον προσδιορισμό πεπερασμένου αριθμού σημείων, που ενώνονται για να δώσουν τη μορφή του αντικειμένου. Εδώ λύσεις μπορούν να προσφέρουν οι επιστήμες της γεωδαισίας, της τοπογραφίας, της χαρτογραφίας και της φωτογραμμετρίας.
Παρουσιάζονται η τοπομετρική μέθοδος, οι τοπογραφικές μέθοδοι, η μέθοδος πολικών συντεταγμένων, η μέθοδος εμπροσθοτομιών (τομών) και οι φωτογραμμετρικές μέθοδοι.
Η ακρίβεια των αποτυπώσεων εξασφαλίζεται με τη χρήση των τοπογραφικών και φωτογραμμετρικών μεθόδων. Η παραστατικότερη αποτύπωση στην επίπεδη επιφάνεια του χαρτιού μιας πολύπλοκης επιφάνειας επιτυγχάνεται διά του προσδιορισμού ισοϋψών γραμμών. Σημαντική είναι η συμβολή της χαρτογραφίας. Στις αποτυπώσεις τα δίκτυα ελέγχου είναι μεγάλης ακρίβειας, συνίστανται από πολυγωνικές οδεύσεις, υπολογίζονται και συνορθώνονται με χρήση της Μεθόδου Ελαχίστων Τετραγώνων. Σε αποτυπώσεις μεγάλης έκτασης εγκαθίσταται τριγωνομετρικό δίκτυο, όπως έγινε στην Κνωσσό.
Στη μελέτη της παθολογίας των μνημείων, πρέπει να προσδιοριστούν οι παραμορφώσεις της κατασκευής, ώστε να προσδιοριστεί το μέγεθος μιας υπάρχουσας παραμόρφωσης ενός αρχιτεκτονικού στοιχείου και να καταστεί δυνατή η διαχρονική παρακολούθηση της κίνησης μιας κατασκευής.
Ολοκληρώνοντας, ο συγγραφέας χαράζει τις προδιαγραφές ενός Φωτογραμμετρικού Αρχείου Μνημείων στη χώρα μας.