«Μια μονότονη μάζα από συντρίμμια και σκόνη» συνάντησε ο L. Ross το 1832 στην Αθήνα. Μόνο το οχυρό της Ακρόπολης και το «Θησείο» μαρτυρούσαν την ιστορικότητα ενός τοπίου, όπου τα Προπύλαια είχαν παραμορφωθεί από οχυρωματικά έργα και ο βράχος του Αρείου Πάγου είχε καταληφθεί από την καλύβα ενός μουεζίνη. Το 1832, ο κύριος λόγος που οδήγησε στην επιλογή της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου κράτους ήταν η επιμονή του φιλέλληνα βασιλιά της Βαυαρίας Ludwig I, πατέρα του Όθωνα. Στην πρώτη δεκαετία της βασιλείας του Όθωνα (1833-1843), οι πολεοδομικές προτάσεις που υποβλήθηκαν για τη νέα πόλη διέφεραν όχι μόνο ως προς τις βασικές αρχές οργάνωσής της αλλά και ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος της σχέσης μεταξύ «νέου» και «παλιού», δομημένων και αδόμητων περιοχών. Ομόφωνη είναι η συμφωνία για τη δημιουργία μιας εκτεταμένης αρχαιολογικής ζώνης γύρω από την Ακρόπολη. Οι απόψεις όμως ως προς τη χωροθέτηση της πόλης αποκλίνουν. Ποιητική και αντιρρεαλιστική, η πρόταση των Schinkel και Quast βλέπει την Αθήνα σαν μια πόλη σε λόφο, επικαλύπτοντας το «παλιό» από το «νέο». Οι Κλεάνθης και Schaubert αντιπροτείνουν μια πόλη χτισμένη στη βόρεια πεδιάδα, σε αντιπαράθεση με τις αρχαιότητες. Ο Klenze και ο Καυταντζόγλου, από την άλλη, οραματίζονται τη συνύπαρξη αρχαίας και νέας πόλης σε σχέση αμοιβαίας ανεξαρτησίας.
Το καλοκαίρι του 1833 ο Όθωνας εγκρίνει το σχέδιο των Κλεάνθη και Schaubert, μια πρώιμη νεοκλασική κηπούπολη, εμπνευσμένη, ιδιότυπη και προσαρμοσμένη στο κλίμα του νότου, που περιβάλλει σε σχήμα «πέταλου» την υπάρχουσα πόλη. Η περιοχή νότια από την Ακρόπολη ως τις όχθες του Ιλισού μένει ελεύθερη εν όψει της ανασκαφικής έρευνας. Δυστυχώς η πρόταση αυτή αναθεωρήθηκε ένα χρόνο αργότερα όχι μόνο εξαιτίας των απαιτούμενων απαλλοτριώσεων αλλά και λόγω της αμφιλεγόμενης θέσης του ανακτόρου. Στέλνει τότε ο Ludwig I τον πεπειραμένο σύμβουλό του Leo von Klenze που θα προσαρμόσει το αρχικό σχέδιο στις οικονομικές δυνατότητες του νεαρού κράτους. Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του κεντροευρωπαϊκού ρομαντικού κλασικισμού, ο Klenze παρεκκλίνει ποιητικά από τον στείρο ακαδημαϊσμό. Υποστηρίζοντας με θέρμη τη «δημιουργία εντυπώσεων γραφικότητας», οι τολμηρές προτάσεις του προέβλεπαν τη χωροθέτηση νέων μνημειακών κτιρίων σε άμεση επαφή με τους αρχαιολογικούς χώρους. Έτσι, το ανάκτορο προέβλεπε κλιμακωτή διάταξη στις βορειοδυτικές πλαγιές της Πνύκας με κήπους που θα περιελάμβαναν και το Θησείο. Ένα μουσείο με ανοιχτές στοές επρόκειτο να χτιστεί πάνω στην Ακρόπολη. Αν οι προτάσεις του Klenze δεν υλοποιήθηκαν, τα δραστικά μέτρα που πήρε για τη δημιουργία ενός αυστηρά αρχαιολογικού χώρου στο πλάτωμα της Ακρόπολης αποτελούν την πρώτη εκδήλωση μιας «πουριστικής» αναστηλωτικής προσέγγισης που έμελλε να επικρατήσει.