Το αρχαιότερο και το μεγαλύτερο μοναστήρι του Αγίου Όρους, η Μεγίστη Λαύρα, ιδρύθηκε το 963 από τον Όσιο Αθανάσιο, που σκοτώθηκε το 1002 κατά τη διεύρυνση του Καθολικού της. Το Καθολικό, πρότυπο για τις περισσότερες μονές του Όρους αλλά και για μονές στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, έχει σήμερα την εξής όψη: Από τον τετραγωνικό πυρήνα ενός είδους σταυροειδούς ναού, προεκτείνονται προς βορρά και νότο δύο ημικυκλικές κόγχες, τα χοροστάσια ή χοροί για τους ψάλτες. Προς τα δυτικά, συνάπτεται ευρύχωρος νάρθηκας, η λιτή. Στη λιτή είναι προσκολλημένα, στα βόρεια και νότια, από ένα παρεκκλήσι. Τη λιτή και τα δύο παρεκκλήσια ενώνει στα δυτικά επιμήκης υαλόφρακτος εξωνάρθηκας.
Οι Έλληνες και ξένοι μελετητές που εξέτασαν το Καθολικό της μονής στηρίχτηκαν στη σημερινή του μορφή, όπως αποκρυσταλλώθηκε το 1899. Δύο σχολές, του Gabriel Millet και του Joseph Strzygowski, αναγνωρίζουν αντίστοιχα: α) τον τύπο του εγγεγραμμένου τετρακιόνιου σταυροειδούς ναού, εμπλουτισμένο με τις αψίδες των χορών, με νάρθηκες και πλάγια παρεκκλήσια, β) μια τυπολογία τρίκογχου ναού, με παλαιοχριστιανικές, αρμενικές ή γεωργιανές επιδράσεις. Με ασφαλή χρονολογικά πατήματα προς τα πίσω, ο αρθρογράφος «ξεφλουδίζει» τις μεταγενέστερες αλλαγές και προσθήκες επιχειρώντας να φθάσει στον τύπο της αρχικής κατασκευής. Την κάτοψη του Καθολικού αποτυπώνει το 1744 ο Κιωβίτης καλόγερος Vasilij Grigorovič Barskij. Τρεις απεικονίσεις του Καθολικού, οι δύο ζωγραφισμένες μέσα στο ναό και η τρίτη σε χαλκογραφία, αναπαριστούν τη μορφολογία του στον 16ο αιώνα, αναλλοίωτη από το τέλος του 11ου. Με μελέτη των πηγών και με αυτοψία, επιχειρηματολογείται ότι: α) το αρχικό σχέδιο της Λαύρας δεν ήταν τρίκογχο, τριαψιδωτό ή τρίφυλλο, β) τα παρεκκλήσια δεν υπήρχαν στο αρχικό σχέδιο, γ) η διεύρυνση του Οσίου Αθανασίου συνίστατο στην προσθήκη των δύο χοροστασίων.