Η δημιουργία νεκροταφείων έξω από τις πόλεις, που στην Ελλάδα ίσχυσε από το 1834, αποδέσμευσε την εικονογραφία και το σχήμα των τάφων από εκκλησιαστικούς και καλλιτεχνικούς κανόνες. Εξαρτημένη από τον παραγγελιοδότη που απευθυνόταν κυρίως σε εργαστήρια ανώνυμων τεχνιτών, η ταφική γλυπτική, που έζησε ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, εκφράζει άμεσα την αισθητική της αστικής τάξης.
Στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, το σημαντικότερο της χώρας, οι πολύ πλούσιοι έδειξαν ιδιαίτερη προτίμηση στα μαυσωλεία στον τύπο ναΐσκου, όπου τον τόνο δίνουν στοιχεία της κλασικής αρχιτεκτονικής. Δεν λείπουν και αντιγραφές μνημείων της αρχαιότητας, όπως του χορηγικού μνημείου του Λυσικράτη. Ωστόσο υπάρχουν και μνημεία αιγυπτιακού, γοτθικού, βυζαντινού ή και εκλεκτικιστικού ρυθμού. Αντίθετα, η γλυπτική είναι στραμμένη στο αρχαιοελληνικό ιδεώδες, σε μια «μέχρι παρωδίας προσκόλλησιν εις τα της αρχαίας Ελλάδος», σχολιάζει ο Δ. Βικέλας. Το παράδειγμα της στήλης είναι ενδεικτικό: η στηληφιλία που παρατηρείται στο ελληνικό νεκροταφείο είναι μοναδική περίπτωση στον κόσμο. Η αρχαιοπληξία της ελληνικής κοινωνίας από τη μία και η άνευ όρων υποταγή της στο διεθνές κλασικιστικό στυλ δεν επέτρεψαν στους καλλιτέχνες να δώσουν προσωπικές πρωτότυπες λύσεις.
Φαίνεται ότι οι έλληνες καλλιτέχνες υιοθέτησαν πολύ νωρίς την τυποποίηση της παραγωγής που είχε εισβάλει στα ευρωπαϊκά εργαστήρια. Ο προσεκτικός παρατηρητής θα διαπιστώσει ότι στο Α΄ Νεκροταφείο, παρά τη φαινομενική ποικιλία, χρησιμοποιείται μικρός σχετικά αριθμός τύπων σε πολλές παραλλαγές. Η χρήση της τεχνικής του προπλάσματος βοήθησε αποφασιστικά σε αυτό το είδος της παραγωγής. Μια ταξινόμηση της κοιμητηριακής γλυπτικής με χαλαρά εικονογραφικά κριτήρια θα διέκρινε τρεις μεγάλες ομάδες:
α) Μνημεία με απεικονίσεις του θανάτου που εκφράζεται με αλληγορικές μορφές, συνήθως γυμνό φτερωτό νέο που στηρίζεται σε ανεστραμμένο δαυλό ή λαμπάδα, σύμβολα της ζωής που σβήνει. Η εικαστική απόδοση του ήρεμου και ωραίου θανάτου από τον Canova και η παγκόσμια εμβέλεια της πλαστικής του έφερε, μέσω των Βαυαρών, το μοτίβο στην Ελλάδα, όπου επινοήθηκαν διάφοροι συνδυασμοί.
β) Μνημεία στην ανθρώπινη επιτυχία. Γύρω από το άγαλμα ή την προτομή του νεκρού αναπτύσσονται διάφορες αλληγορικές μορφές, συνήθως αρετές που συχνά συνδυάζονται με την ιδιότητα του ευεργέτη.
γ) Μνημεία με την εικόνα του νεκρού που αποδίδεται με περίοπτα γλυπτά, αγάλματα και προτομές ή με ανάγλυφα. Εδώ ανήκουν τα περισσότερα γλυπτά των κοιμητηρίων. Συχνότερες είναι οι προτομές, ανάγλυφες και σε κυκλικό πλαίσιο στην οθωνική περίοδο, ολόγλυφες μετά το 1870. Η απαίτηση για ομοιότητα προς το νεκρό έφερνε τους καλλιτέχνες όλο και κοντύτερα σε ρεαλιστικές προσπάθειες, που όμως υπονόμευε η αδυναμία τους να ξεφύγουν από τα κλασικιστικά γνωρίσματα. Η εικόνα του νεκρού δεν πέφτει στο επίπεδο του οικείου ούτε έχει σκοπό να εκφράσει φόβους για την άλλη ζωή. Η επιθυμία να διαιωνιστεί και να κατοχυρωθεί η μνήμη του σε αυτό τον κόσμο είναι η μεγάλη αλλαγή που έφερε ο νεοκλασικισμός στην αντιμετώπιση του θανάτου.
Το άρθρο περιλαμβάνει φωτογραφίες 35 ταφικών μνημείων επώνυμων νεκρών και τα ονόματα των καλλιτεχνών που τα κατασκεύασαν.