Γιατί, ενώ σε χριστιανικές εικόνες αποδόθηκαν ευεργετικές ιδιότητες, οι «ειδωλολατρικές» παραστάσεις θεωρήθηκαν πηγή δυνάμεων του διαβόλου; Η μαγική δύναμη που ασκούσε η απεικόνιση έως τον 1ο αιώνα μ.Χ. έληξε άραγε με την επικράτηση της Civitas Christiana; Αφήνοντας αυτό το ερώτημα να αιωρείται, ο αρθρογράφος ξεδιπλώνει μια ιστορία που αρχίζει από τον Δαίδαλο και καταλήγει στη ρωμαϊκή περίοδο. Νήμα του η αγαλματοφιλία. Η πίστη στο έμψυχο των αγαλμάτων μαρτυρείται ήδη στο δέσιμό τους για να μη φύγουν από την πόλη, όπως συμβαίνει με το ξύλινο ξόανο της Απτέρου Νίκης στην Αθήνα και του Ενυαλίου στη Σπάρτη. Δείγμα μιας «θεατρικής νοοτροπίας» θεωρείται η επάλειψη των γλυπτών με διάφανο κερί από τον Πραξιτέλη για να δείχνουν οι μορφές ολοζώντανες. Πιστεύοντας σε μια τέχνη ικανή να ξεπεράσει την απομίμηση της φύσης, ο πλατωνισμός ενισχύει την πίστη στα ζωντανά αγάλματα. Τουλάχιστον δύο εραστές αγαλμάτων τον 3ο αιώνα π.Χ. οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία. Η αγαλματοφιλία ριζώνει στη Ρώμη. Πραξιτέλης και Σκόπας θεωρούνται ικανοί να εμφυσήσουν μέσω μαγείας εσωτερική ζωή, τον Έρωτα, στην καρδιά του αγάλματος. Ο Έρωτας τώρα μπορεί να επηρεάσει τη σκέψη του ποιητή και των ανθρώπων. Ιερή δύναμη αποδίδεται τόσο στη Βακχίδα του Σκόπα όσο και στον ΄Ερωτα του Πραξιτέλη.