Το μνημειακό πρόπυλο στην είσοδο του λιμανιού της χαρακτηρίζει τη Νάξο ως τόπο λατρείας του Απόλλωνα. Άραγε θα πρέπει να αποκλείσουμε την πιθανότητα μιας παράλληλης λατρείας μυστηριακών θεοτήτων, όπως αυτή της Δήμητρας στο ναό του Γύρουλα; Ο ναός, χτισμένος το 530-520 π.Χ. και με στοιχεία που ανακαλούν το Τελεστήριο της Ελευσίνας, φαίνεται πως φιλοξενούσε τη λατρεία της θεάς πριν αφιερωθεί στον Απόλλωνα. Ο μνημειώδης ναός του Απόλλωνα στο νησάκι Παλάτια του λιμανιού χρονολογείται γύρω στο 600 π.Χ. Λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα, ευρήματα του 7ου και 6ου αιώνα π.Χ. αποδόθηκαν από τον ανασκαφέα στη λατρεία του Διονύσου ή της Κόρης των Ελευσινιακών Μυστηρίων. Ο συγγραφέας, που συνειρμικά αναγνωρίζει στην τοποθεσία τα Ύρια, τη συνδέει με την Υρία της βόρειας Κρήτης όπου ανιχνεύεται λαϊκή βακχική λατρεία. Τον Διόνυσο συνδέει άλλωστε με τη Νάξο και ο μύθος της Αριάδνης. Στους κόλπους της απολλώνιας επισημότητας, στη διάρκεια της τυραννίας στο νησί, μια κρυφή, αγροτική λατρεία ταυτίζει τον Διόνυσο με το ιερό στα Ύρια.
Ως προς την Ερέτρια, ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι, μαζί με τον Απόλλωνα Δαφνηφόρο, που ο δωρικός του ναός από τον 6ο αιώνα π.Χ. σώζεται σε ερείπια, λατρεύονταν χθόνιες θεότητες με χαρακτήρα γονιμικό. Σε έναν πολιτισμό που, εκτός από γεωργικός, υπήρξε και ναυτιλιακός-εμπορικός, ψήγματα μιας ανατολίτικης, μυστηριακής πίστης στις θεότητες της γης σφράγισαν ανεξίτηλα το χαρακτήρα του. Αν στον 4ο αιώνα π.Χ. πολιούχος θεότητα της Ερέτριας εξακολουθεί να είναι ο Απόλλων με πάρεδρο την Αρτέμιδα Λοχία, στην ακρόπολη της πόλης, ήδη από τα τέλη της αρχαϊκής εποχής, λειτουργούσε ιερό αφιερωμένο στη Δήμητρα και την Κόρη. Ο συγγραφέας παραλληλίζει τον οργιαστικό χαρακτήρα της ερετριακής γιορτής των Θεσμοφορίων με τις μαρτυρίες του Kerényi για τις τελετές στην Ελευσίνα. Παράλληλα βλέπει τους «αρωματικούς θεούς», τον Νάρκισσο, τον Υάκινθο, να παραγκωνίζονται από τους Ολύμπιους. Έτσι, ο «φωτεινός» Απόλλων επικυριαρχεί του «Υάκινθου = Ίακχου = Βάκχου».
Ως προς την Ερέτρια, ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι, μαζί με τον Απόλλωνα Δαφνηφόρο, που ο δωρικός του ναός από τον 6ο αιώνα π.Χ. σώζεται σε ερείπια, λατρεύονταν χθόνιες θεότητες με χαρακτήρα γονιμικό. Σε έναν πολιτισμό που, εκτός από γεωργικός, υπήρξε και ναυτιλιακός-εμπορικός, ψήγματα μιας ανατολίτικης, μυστηριακής πίστης στις θεότητες της γης σφράγισαν ανεξίτηλα το χαρακτήρα του. Αν στον 4ο αιώνα π.Χ. πολιούχος θεότητα της Ερέτριας εξακολουθεί να είναι ο Απόλλων με πάρεδρο την Αρτέμιδα Λοχία, στην ακρόπολη της πόλης, ήδη από τα τέλη της αρχαϊκής εποχής, λειτουργούσε ιερό αφιερωμένο στη Δήμητρα και την Κόρη. Ο συγγραφέας παραλληλίζει τον οργιαστικό χαρακτήρα της ερετριακής γιορτής των Θεσμοφορίων με τις μαρτυρίες του Kerényi για τις τελετές στην Ελευσίνα. Παράλληλα βλέπει τους «αρωματικούς θεούς», τον Νάρκισσο, τον Υάκινθο, να παραγκωνίζονται από τους Ολύμπιους. Έτσι, ο «φωτεινός» Απόλλων επικυριαρχεί του «Υάκινθου = Ίακχου = Βάκχου».