Ο συγγραφέας μοιράζεται τις εντυπώσεις του από την επιτόπια παρατήρηση ποικίλων νεοκλασικών αρχιτεκτονημάτων σε πόλεις και χωριά της Εύβοιας, και τις εικονογραφεί με αδημοσίευτες φωτογραφίες από το αρχείο του.
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, πόλεις και χωριά, με δρόμους στενούς και σκολιούς, ήταν χτισμένα εμπειρικά και με αταξία. Τα εναπομείναντα σπίτια της Χαλκίδας μαρτυρούν έντονη την επιρροή των βορειοελλαδίτικων συντεχνιών ενώ, στις παραλιακές ζώνες, η μορφολογία είναι αιγαιακή.
Οι πλατιοί και ευθύγραμμοι οδικοί άξονες, που στην Εύβοια χαράχτηκαν επί Όθωνα σε πόλεις όπως η Κάρυστος, η Ερέτρια, η Χαλκίδα, η Λίμνη, ευνόησαν το πνεύμα του κλασικισμού. Ωστόσο, νεοκλασικά κτήρια παρατηρούνται και σε πόλεις με άτακτο πολεοδομικό ιστό, όπως το Βασιλικό, το Αυλωνάρι, το Αλιβέρι, η Κύμη. Στα χωριά, τέλος, το νεοκλασικό στοιχείο πλάθεται με το τοπικό και ο νεωτερισμός ελέγχεται από τη σεμνότητα.
Στα μικρά ιδιωτικά κτήρια πρωταγωνιστούσε ο σοφός τοπικός πρωτομάστορας και, αργότερα, ο ευσυνείδητος παλαιός εργολάβος. Οι αντιγραφές τους από επίσημα κτήρια δημιούργησαν πλείστες ρυθμολογικές αποκλίσεις. Ακραιφνές νεοκλασικό ύφος χαρακτηρίζει κυρίως τα διώροφα κτήρια με ή χωρίς ισόγειο κατάστημα. Στα τυπικά νεοκλασικά κτήρια τηρούνται η τριμερής διαίρεση, οι άξονες συμμετρίας, η τετράρρικτη κεραμοσκέπαστη στέγη, ο μαρμάρινος με «κιλλίβαντες» εξώστης, τα μαντεμένια χυτά κιγκλιδώματα, η πλάγια τοποθετημένη ακάλυπτη σκάλα. Ο συγγραφέας περιγράφει τα επιμέρους αρχιτεκτονικά στοιχεία και τα χρώματα στην όψη και το εσωτερικό των κτηρίων. Σημειώνει, τέλος, ότι ο διάκοσμος των στηθαίων με πήλινα αγάλματα ή κιονίσκους είναι σπάνιος παρά το ότι αυτά τα διακοσμητικά στοιχεία έφταναν στην Αθήνα από τα κεραμουργεία της Χαλκίδας.