Στο κυρίως κτίριο του Εθνικού Καταστήματος Άργους στεγάστηκαν το Ανέκκλητο Δικαστήριο και οι φυλακές, στα δύο παράπλευρα κτίρια η Δημογεροντία, η Αστυνομία-Πολιταρχία και η Τοποτήρηση, και στις προσθήκες τους η φρουρά της φυλακής και τα αποχωρητήρια του Δημόσιου Καταστήματος. Πρόκειται για μοναδική περίπτωση συγκέντρωσης όλων των διοικητικών, δικαστικών και πολιτικών αρχών στο ίδιο συγκρότημα κτιρίων που οικοδομήθηκε σε διάστημα μόλις δεκαοκτώ μηνών με την άγρυπνη εποπτεία και του ίδιου του Καποδίστρια. Τη δολοφονία του Κυβερνήτη ακολουθεί γενική διάλυση για δεκαέξι περίπου μήνες. Στα κτίρια που παθαίνουν μεγάλες φθορές στεγάζονται για ένα διάστημα τα σχολεία της πόλης. Για την περίοδο 1836-1888 πληροφορίες για την τύχη του κτιρίου ανιχνεύονται μόνο σε κείμενα περιηγητών που επισημαίνουν το κτίριο του Δημαρχείου, επειδή στεγάζει μικρό μουσείο με σκόρπια ευρήματα κυρίως από τις ανασκαφές στο Ηραίο.
Το 1888, το Δημοτικό Συμβούλιο με πρωτοβουλία του δήμαρχου Σπ. Καλμούχου αποφασίζει την ανακαίνιση του Δημαρχείου και την προσθήκη νέου κτιρίου που θα στέγαζε το δικαστήριο και το σχολείο. Καθοριστικός για την τύχη του υπήρξε ο νόμος που προώθησε η κυβέρνηση Βενιζέλου το 1920, σύμφωνα με τον οποίο όλα τα δημοτικά ή κοινοτικά καταστήματα που είχαν νοικιαστεί από το Υπουργείο Παιδείας για να στεγάσουν εκπαιδευτήρια περιέρχονταν στην κυριότητα του (κρατικού) Ταμείου Εκπαιδευτικής Προνοίας. Έτσι, με εξαίρεση το κεντρικό κτίριο, που είχε στεγάσει το Ανέκκλητον Δικαστήριο και τη φυλακή, όλα τα κτίρια του συγκροτήματος περνούν στην κυριότητα του Δημοσίου. Στη διάρκεια της δικτατορίας, τα σχέδια περί ανεγέρσεως μεγάλου κτιρίου που θα στέγαζε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες της πόλης δεν ευοδώθηκαν. Το 1982 τα κτίρια του Δημαρχείου κηρύσσονται διατηρητέα μνημεία. Όπως και για τους Στρατώνες του Καποδίστρια, η ύπαρξη και κρατικής αρμοδιότητας για ιστορικά κτίρια είναι αυτή που απέτρεψε την καταστροφή τους.