Πρόκειται για το πρώτο από σειρά άρθρων με αντικείμενο σημαντικά δημόσια κτίρια που οικοδομήθηκαν ή μετασκευάστηκαν ριζικά στο Άργος, το Ναύπλιο και την Αίγινα κατά την καποδιστριακή εποχή. Για την έρευνά του αυτή ο συγγραφέας αποδελτίωσε τον Τύπο της Αργολίδας και αναζήτησε στοιχεία σε βιβλιοθήκες και αρχεία στην Αθήνα και το Παρίσι.
Με την εντολή του Καποδίστρια στον τότε Έκτακτο Επίτροπο Αργολίδας Νικόλαο Καλλέργη για τη δημιουργία «Δημοσίου Καταστήματος» στο Άργος, μας αποκαλύπτεται η πολιτική του Κυβερνήτη για τα δημόσια κτίρια: προσωπικό ενδιαφέρον και άμεση ανάμειξη στην κατασκευή τους, προτίμηση για τη στέγαση της διοίκησης σε ιδιόκτητα κτίρια, ανάθεση του σχεδιασμού τους σε επίσημο μηχανικό του κράτους, επιδίωξη συμμετοχής των κατοίκων στην οικοδόμηση απλών, όχι πολυδάπανων οικοδομών.
Όταν το Άργος γίνεται η έδρα του Πρωτόκλητου και του Ανέκκλητου δικαστηρίου, δημιουργείται πρόσθετη ανάγκη να στεγαστούν τόσο τα δικαστήρια όσο και μια φυλακή. Ο νέος Επίτροπος Αργολίδας Κων. Ράδος υποβάλλει τακτικά αναφορές στον Κυβερνήτη που εγκρίνει τα σχέδια του ελβετού μηχανικού Νταβώ και τον προϋπολογισμό για τη φυλακή. Στις αρχές του 1830 έχει συγκροτηθεί διμελής επιτροπή Αργείων για την επίβλεψη του έργου και τη διαχείριση των χρημάτων. Λίγο μετά τα μέσα Μαρτίου το Δημόσιο Κατάστημα έχει αποπερατωθεί. Σχεδόν αμέσως ο Τοποτηρητής Άργους Ιωαν. Βρατσάνος πληροφορεί τον Καποδίστρια ότι για τη στέγαση της Αστυνομίας και της Δημογεροντίας της πόλης είναι απαραίτητες δύο προσθήκες που σχεδιάζει και πάλι ο Ντεβώ. Ο Καποδίστριας ζητεί να γίνει μειοδοτικός διαγωνισμός που κερδίζει ο Χ. Κάππος. Στις αρχές Αυγούστου τον Ντεβώ που παραιτείται αντικαθιστά ο Λάμπρος Ζαβός. Τον Οκτώβριο ο Καποδίστριας εγκρίνει προσθήκες στα παράπλευρα κτίρια για «οσπήτια, κάγγελα και αποπάτους» της στρατιωτικής φρουράς. Στα Γενικά Αρχεία σώζονται σειρές αποδείξεων πληρωμής εργατών και υλικών.