Δύο διεθνείς συναντήσεις οργανώθηκαν στην Αθήνα (1982, 1983) προκειμένου να σχεδιαστεί το Corpus βυζαντινών τοιχογραφιών από τον 7ο έως το τέλος του 15ου αιώνα στο χώρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και στις περιοχές ακτινοβολίας της. Το πρόγραμμα της Ακαδημίας Αθηνών για τις Βυζαντινές Τοιχογραφίες της Ελλάδας υιοθέτησε δυο παράλληλες προσεγγίσεις : α) το Γενικό Ευρετήριο, βασισμένο στη βιβλιογραφική αποδελτίωση και στη συμπλήρωση συνοπτικού δελτίου, δημιουργεί αρχείο των τοιχογραφημένων εκκλησιών σε συνοπτική μορφή και β) τα Ειδικά Ευρετήρια, βασισμένα σε επί τόπου έρευνα και έλεγχο των αποδελτιωμένων βιβλιογραφικών πληροφοριών, παράγουν ένα αναλυτικό ευρετήριο μνημείων κατά γεωγραφικές ενότητες. Οι επί τόπου αποστολές περιλαμβάνουν επαγγελματία φωτογράφο και αρχιτέκτονα που αποτυπώνει το μνημείο σε κάτοψη και σε προοπτικό με σηματοδότηση της θέσης και της διατήρησης των τοιχογραφιών. Στο πλαίσιο των Ειδικών Ευρετηρίων, οργανώθηκε το Ευρετήριο των Κυθήρων που αποτέλεσε πρόγραμμα-πιλότο. Το 1992, ξεκίνησαν δύο άλλα ερευνητικά προγράμματα για τη συγκρότηση Ειδικών Ευρετηρίων Βυζαντινών Τοιχογραφιών για τη Βέροια και για τα Δωδεκάνησα. Αν λάβουμε υπόψη τη γεωγραφική τους έκταση, ειδικά τα Δωδεκάνησα κατέχουν αρκετά σημαντική θέση στο Γενικό Ευρετήριο. Παράλληλα, συμμετέχουν και σε άλλο ερευνητικό πρόγραμμα της Ακαδημίας Αθηνών, το Ευρετήριο των χρονολογημένων με επιγραφή τοιχογραφικών στρωμάτων με 13 μνημεία και με τα ονόματα δυο ζωγράφων, του Αλεξίου στον Άγιο Νικόλαο στα Μαριτσά της Ρόδου (1434/5) και του Νικολάου σε εκκλησίες στο Κάστρο της Καλύμνου (1500-1520).