Στην Αθήνα, η λατρεία του Διονύσου καθιερώθηκε την εποχή του Πεισίστρατου (6ος αιώνας π.Χ.). Από τη γιορτή των Μεγάλων Διονυσίων ξεπήδησε το αρχαίο δράμα. Ο διθύραμβος, το λατρευτικό τραγούδι του «χορού» του Διονύσου, διαμορφώνεται σε αυτόνομο είδος με τονισμένα τα αφηγηματικά στοιχεία. Στα Μεγάλα Διονύσια του 535/4 π.Χ., ο Θέσπις εισάγει τον πρώτο υποκριτή. Η εισαγωγή του δεύτερου υποκριτή θα γίνει από τον Αισχύλο και του τρίτου από τον Σοφοκλή. Τον 5ο αιώνα η τραγωδία είναι και ένας κοινωνικός θεσμός που η πόλις επιδοτεί με τα «θεωρικά» και τις «χορηγίες». Οι δραματικοί αγώνες στα Μεγάλα Διονύσια παρουσιάζονταν στην ορχήστρα της Αγοράς. Καθώς όμως το χορικό μέρος υποχωρεί προς όφελος του λόγου και της σκηνικής παρουσίας των υποκριτών, εμφανίζονται τα θέατρα με την αμφιθεατρική διάταξη των καθισμάτων, την ορχήστρα και την υπερυψωμένη σκηνή με τις παρόδους και τα παρασκήνια. Από τα πρώτα θέατρα είναι το θέατρο του Διονύσου κάτω από την Ακρόπολη. Από τον «κώμο» και τα φαλλικά της λατρείας του Διονύσου ξεπήδησε και η κωμωδία που, όπως βλέπουμε και στον Αριστοφάνη, έχει κριτικό πολιτικό χαρακτήρα. Στην ελληνιστική εποχή όμως η «νέα κωμωδία», που εκπροσωπεί κυρίως ο Μένανδρος, χάνει τον πολιτικό χαρακτήρα της και μετατρέπεται σε κωμωδία ηθών.