Το 1935, ανάμεσα στην κατεδάφιση της έπαυλης Κουμουνδούρου και την οικοδόμηση του κτηρίου για τον Ναυτικό Όμιλο Ελλάδος, μόνο μια σωστική ανασκαφή πρόλαβε να παρεμβληθεί στην κορυφή της μικρής χερσονήσου που δεσπόζει του λιμανιού της Μουνιχίας, του Τουρκολίμανου.
Τα περισσότερα από τα κινητά ευρήματα ήταν αναθήματα των κοριτσιών πριν από το γάμο τους. Πήλινα ειδώλια νηπίων, αγοριών και κοριτσιών, γυναικών και πλαγγόνων αναδεικνύουν τις ιδιότητες της Άρτεμης ως Κουροτρόφου, ως της θεάς που επιβλέπει την ενηλικίωση και οδηγεί από την παιδική ηλικία στην εφηβεία και το γάμο.
Η ιστορία της περιοχής, αδιάσπαστη, αρχίζει στο τέλος της Νεολιθικής περιόδου. Το ιερό, που ιδρύθηκε τουλάχιστον το 10ο αιώνα π.Χ., γνώρισε μεγάλη ακμή στον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ., όπως μαρτυρούν η κεραμική αλλά και τα άφθονα πήλινα ειδώλια. Μια δεύτερη άνθηση σημειώνεται μετά τα Περσικά, όταν η «αρκτεία» γίνεται η κυριότερη εκδήλωση της λατρείας. Στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. αρχίζει να διαφαίνεται η παρακμή του ιερού.
Σύμφωνα με την παράδοση, το ιερό ίδρυσε ο μυθικός βασιλιάς της Αττικής Μούνιχος. Ιερέας ήταν ο Έμβαρος, όταν ξέσπασε λοιμός ύστερα από το φόνο μιας άρκτου. Ο Έμβαρος τότε εξασφάλισε κληρονομική ιεροσύνη επειδή πρόσφερε την κόρη του στη θεά. Στη θυσία όμως, ο Έμβαρος αντικατέστησε την κόρη του με μια γίδα. Σε ανάμνηση του περιστατικού, οι κόρες έπρεπε να «αρκτεύουν» στη θεά πριν από το γάμο τους. Αρχαίες επιγραφές μάς πληροφορούν ότι και οι έφηβοι είχαν καθήκοντα προς την προστάτιδά τους. Συμμετείχαν στη γιορτή της θεάς στις 16 του μήνα Μουνιχιώνα, έπαιρναν μέρος σε αγώνες με τα ιερά πλοία, σε θυσίες στη θεά και σε πομπές προς τιμήν της.