«Καθρέφτες πιστούς της μικροαστικής κοινωνίας του 5ου αιώνα π.Χ.» θεωρεί ο συγγραφέας τις αριστοφανικές κωμωδίες και από αυτές θα σταχυολογήσει επιχειρήματα για να υποστηρίξει ότι οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν ήταν φύλο τόσο ισχυρό όσο νομίζουμε.
«Ανθρωπίσκοι», όπως λέει ο Αριστοφάνης, κινδύνευαν να γίνουν οι συμπολίτες του για διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς ήταν ο γάμος με Ατθίδα ανώτερης κοινωνικής τάξης. Αυτό τον καημό εκφράζει στιςΝεφέλες ο χωριάτης Στρεψιάδης, που πήγε και παντρεύτηκε την ανιψιά του Μεγακλή, πρωτευουσιάνα από σόι. Εξουσία πάνω στους άντρες τους αποκτούσαν και όσες γυναίκες πήραν με το γάμο τους μεγάλη προίκα. Γιατί αν ζητούσε κάποια στιγμή η σύζυγος διαζύγιο (δικαίωμα «απολείψεως»), ο σύζυγος όφειλε να επιστρέψει την προίκα στον πατέρα ή τον αδελφό της. Επειδή όμως στο μεταξύ την είχε κατασπαταλήσει, μπορούσε μόνο να τη συγκεντρώσει από την εκποίηση δικών του περιουσιακών στοιχείων. Για τον ίδιο λόγο, ο σύζυγος που θα ήθελε να πάρει διαζύγιο από τη γυναίκα του, αναγκαζόταν να κάνει υπομονή. Όταν ο Δημοσθένης και ο Αισχίνης, θέλοντας να επηρεάσουν την ψήφο των πολιτών, τους καλούν να αναλογιστούν τι απάντηση θα δώσουν στις γυναίκες τους και τα παιδιά τους όταν ερωτηθούν, περιγράφουν την παραεξουσία που, στο σπίτι, ασκεί κριτική.
Σε υποδεέστερη θέση βρισκόταν προφανώς και ο γέρος σύζυγος νεαρής γυναίκας. Άλλωστε αυτό που έτρεμαν περισσότερο οι τότε άνδρες της Αθήνας ήταν η τυχόν απιστία των γυναικών τους.