Το άρθρο διατρέχει το χρόνο από τη μυκηναϊκή ως την ελληνιστική περίοδο. Στη μυκηναϊκή Αθήνα, οι ταφές γίνονται σε τάφους θαλαμοειδείς και λακκοειδείς. Την εποχή του Σιδήρου, οι ταφές σε ορθογώνιους λάκκους συνυπάρχουν με την καύση των νεκρών. Γύρω από την τεφροδόχο τοποθετούνται τα λιγοστά κτερίσματα, πήλινα ή χάλκινα. Στην πρωτογεωμετρική περίοδο, η καύση των νεκρών είναι συχνότερη και οι τάφοι σημαδεύονται από μικρό τύμβο. Τα κυρίως ταφικά αγγεία είναι οι υδρίες. Στη γεωμετρική περίοδο των αγγείων του Διπύλου, η καύση των νεκρών υποχωρεί. Σημειώνονται ομαδικές ταφές σε λάκκους, περίκλειστες από περίβολο. Ανάμεσα στα σημάδια που διακρίνουν τους τάφους είναι και αγγεία: κρατήρες για τους άντρες, αμφορείς για τις γυναίκες. Τα κτερίσματα περιλαμβάνουν χρυσά κοσμήματα, όπλα, πήλινα ομοιώματα. Οι νεκρικές σκηνές της εικονογραφίας περιγράφουν τη νεκρική τελετή: πρόθεση, εκφορά και μοιρολόι, με πιθανή την ύπαρξη χορού και πομπής με άμαξες. Ο Δημοσθένης αργότερα θα περιγράψει αυτό το τελετουργικό που επαφίεται στις γυναίκες. Η έξαρση της νεκρικής τέχνης στην αρχαϊκή περίοδο κάμπτεται στα τέλη του 6ου αιώνα. Τώρα οι καύσεις ξεπερνούν αριθμητικά τις ταφές, οι τάφοι σημαδεύονται με τύμβους που έχουν στην κορυφή τους ένα αγγείο, μια στήλη ή και το άγαλμα κούρου ή κόρης. Στην κλασική περίοδο οργανώνεται στον Κεραμεικό η επιβλητική Ταφική Οδός. Οι λευκόχρωμες λήκυθοι είναι το χαρακτηριστικό κτέρισμα. Συνεχίζεται το έθιμο της κάλυψης μιας ταφής με τύμβο που στην κορυφή του στήνεται μια επιτύμβια στήλη, ένα αγγείο ή ένα άγαλμα. Από τον 4ο αιώνα και ύστερα οι στήλες πληθαίνουν αλλά και απλουστεύονται. Στην ελληνιστική περίοδο, οι ανώνυμοι τάφοι είναι απλοί και αυστηροί ενώ οι πλούσιοι και διάσημοι διαθέτουν εντυπωσιακά μνημεία και μαυσωλεία.