Στα χρόνια γύρω από το 800 π.Χ. συντελείται μια αλλαγή-ορόσημο στη ζωή της πολιτείας. Η στροφή προς τη θάλασσα και τις ναυτικές δραστηριότητες έχει ως αποτέλεσμα ένα «συνοικισμό» που δημιουργεί το άστυ της Χαλκίδας με το λιμάνι του στο μυχό του κόλπου του Αγ. Στεφάνου. Η πόλη γνωρίζει ιδιαίτερη άνθηση και αποκτά προηγμένη τεχνολογία στη μεταλλοτεχνία και, κυρίως, στην επεξεργασία του σιδήρου. Η επεξεργασία του χαλκού, με τον οποίο κάποιοι συνέδεσαν το όνομα της πόλης, προϋποθέτει μακρινές εμπορικές συναλλαγές για την απόκτηση του απαραίτητου κασσίτερου. Στην αγγειοπλαστική, ο σκύφος ή κοτύλη είναι το δημοφιλέστερο σχήμα, ενώ καθαρά ευβοϊκή ιδιορρυθμία αποτελεί η χρήση λευκού επιχρίσματος στα διακοσμητικά σχήματα. Τον 8ο αιώνα η Χαλκίδα συναγωνίζεται ισότιμα τη Θήβα, την Αθήνα, την Κόρινθο. Αποκτά αποικίες στην Ιταλία, τη Σικελία, τη Μακεδονία και τη Θράκη. Στα τέλη του 8ου αιώνα, έρχεται αντιμέτωπη με την Ερέτρια στον γνωστό πόλεμο για το Ληλάντιο πεδίο. Η πόλη κατοικείται αδιάκοπα ως τις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ. Παλαιοχριστιανικά μνημεία, τάφοι και ευρήματα αποτελούν τις τελευταίες ενδείξεις κατοίκησης. Τότε η παλαιά πόλη εγκαταλείπεται, μεταφέρεται και οχυρώνεται στο λόφο που ελέγχει το πέρασμα του Ευρίπου. «Κάστρο του Ευρίπου» θα ονομαστεί (αργότερα, Νεγκροπόντε). Αν και το φαινόμενο της εγκατάλειψης των αστικών κέντρων μπροστά στις επιδρομές Αβάρων και Σλάβων είναι γενικότερο, διαφαίνεται ένα επιτελικό, μεγαλόπνοο σχέδιο, που αποδίδεται στον Ηράκλειο, για την ίδρυση εκτεταμένου αμυντικού συστήματος από πόλεις-λιμάνια σε επιλεγμένες και οχυρωμένες θέσεις, όπως η Χαλκίδα, η Μονεμβασιά, η Κέρκυρα.