Αν και στις Κάτω Χώρες η επιτόπια αρχαιολογική εργασία συντονίζεται και διεξάγεται κυρίως από την Κρατική Αρχαιολογική Υπηρεσία, άδειες ανασκαφών χορηγούνται μόνιμα σε τέσσερα Πανεπιστήμια, σε ένα μουσείο και σε έντεκα δήμους που έχουν διορίσει ειδικό δημοτικό αρχαιολόγο. Η Κρατική Αρχαιολογική Υπηρεσία, που ιδρύθηκε το 1947, διαθέτει επιστημονικό τμήμα με δέκα επαρχιακούς αρχαιολόγους, τμήμα προστασίας μνημείων και τμήμα αποκατάστασης μνημείων. Οι επαρχιακοί αρχαιολόγοι διορίζονται από την Υπηρεσία ως επιθεωρητές και επόπτες των επιτόπιων αρχαιολογικών εργασιών που διεξάγονται στις επαρχίες. Η Υπηρεσία δημοσιεύει τα αποτελέσματα στο περιοδικό της Berichten van de Rijksdienst voor het Oudheidkundig Bodemonderzoek. Στην πράξη, δημοτικοί και επαρχιακοί αρχαιολόγοι σηκώνουν το βάρος των σωστικών ανασκαφών. Εδώ και κάποια χρόνια αρχαιολογικές εργασίες γίνονται βάσει συμβάσεων από το ίδρυμα R.A.A.P. που ειδικεύεται στις μη καταστρεπτικές μεθόδους έρευνας. Επόμενοι στόχοι της Κρατικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας είναι ο συντονισμός της έρευνας στον τομέα της «αστικής αρχαιολογίας» και η εφαρμογή των συμφωνιών της Διάσκεψης της Μάλτας.