Την ιουστινιάνεια χρυσή εποχή της βυζαντινής τέχνης διέκοψε η βαθιά τομή της εικονοκλαστικής περιόδου. Οι μαζικές καταστροφές που προκλήθηκαν καλλιέργησαν τις συνθήκες για μια αποφασιστική στροφή προς το ελληνικό κλασικιστικό ιδεώδες. Η στροφή αυτή, που συμπίπτει σε διάρκεια με τη Δυναστεία των Μακεδόνων (867-1057), αγγίζει ολόκληρο το φάσμα της βυζαντινής τέχνης: τοιχογραφίες και ψηφιδωτά, εικονογράφηση χειρογράφων, εικόνες φορητές, έργα μικροτεχνίας. Η σύνθεση ανάμεσα στο ελληνικό κλασικό πνεύμα και στην πνευματικότητα καταργεί την αντίθεση ανάμεσα σε μορφή και περιεχόμενο που είχε καταλήξει στην εικονομαχία. Χαρακτηριστικές είναι οι προσωποποιήσεις με κλασικές φιγούρες που εντάσσονται σε χριστιανικές σκηνές. Στην αρχιτεκτονική εισάγονται οι δύο τύποι ναών με τρούλο, ο εγγεγραμμένος σταυροειδής και οι μεταβατικοί τύποι των παραλλαγών του (ανάμεσά τους και ο τετρακιόνιος), και ο οκταγωνικός. Σειρά χειρογράφων του 10ου αιώνα με κλασικιστικές επιδράσεις επηρεάζουν τις τοιχογραφίες και τον ψηφιδωτό διάκοσμο των ναών. Σημαντικότερα από τα χειρόγραφα είναι το ψαλτήριο της Βιβλιοθήκης του Παρισιού αρ. 139, οι Ομιλίες Γρηγορίου, αρ. 510 στην ίδια βιβλιοθήκη, και το Μηνολόγιο Βασιλείου Β΄ στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Οι σχεδόν γλυπτικές μορφές που παρουσιάζουν δηλώνουν έμπνευση από αρχαία πρότυπα σε βαθμό αντιγραφής. Στον 10ο αιώνα ανήκει ο μεγάλος αριθμός έργων μικρογλυπτικής σε ελεφαντόδοντο. Τρία μοναστικά συγκροτήματα στην κυρίως Ελλάδα εκπροσωπούν την αρχιτεκτονική της Μακεδονικής Αναγέννησης: ο Όσιος Λουκάς, η Νέα Μονή και το Δαφνί. Το αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα του νεοαττικού ρυθμού της προσφέρει η Κοίμηση της Θεοτόκου στο Δαφνί με το ολοκληρωμένο εικονογραφικό της πρόγραμμα που αναπτύσσεται στις εβδομήντα έξι παραστάσεις του ψηφιδωτού της διακόσμου.