Η μελική γραμμή που διαγράφει η ανθρώπινη ομιλία διαφέρει από μια καθαρά μουσική μελωδία. Ο Αριστόξενος ο Ταραντίνος (310 π.Χ.) την ονομάζει «λογώδες μέλος» και λέει ότι ναι μεν κινείται μεταξύ οξύτητας και βαρύτητας αλλά το είδος της κίνησης είναι διαφορετικό. Την κίνηση που η ακοή αντιλαμβάνεται ως σταθερή την ονομάζουμε συνεχή. Αντίθετα, όταν η φωνή μοιάζει να αλλάζει θέσεις, η κίνηση είναι διαστηματική. Συνεχής είναι η κίνηση του λόγου και διαστηματική η κίνηση της μουσικής. Πολύ αργότερα, ο Αριστείδης ο Κοϊντιλιάνος (2ος ή 3ος αιώνας μ.Χ.) περιγράφει μια μέση κίνηση της φωνής, ανάμεσα στη συνεχή και στη διαστηματική, που ακούμε στην απαγγελία των ποιημάτων. Ο Λογγίνος (250 μ.Χ.) συμβουλεύει τους ρήτορες να τη χρησιμοποιούν προκειμένου να διεγείρουν τον οίκτο.
Διαβάζοντας Πλάτωνα και Αριστοτέλη διαπιστώνουμε ότι τα μουσικά γνωρίσματα του αρχαίου ελληνικού λόγου είχαν μια τόσο τυπικά διαγραφόμενη μορφολογία, ώστε να επηρεάζουν και την ίδια τη διαμόρφωση της ελληνικής μουσικής. Στις αρχαίες λέξεις ουσιαστικοί είναι οι τόνοι, η διάκριση σε οξείες, περισπώμενες και βαρείες συλλαβές, που τα σημάδια τους λένε πως εφηύρε ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (2ος αιώνας μ.Χ.). Από τις διαφορετικές τους θέσεις προέκυπτε το μελικό σχήμα της κάθε λέξης και από την κατά μήκος διάταξή τους το ρυθμικό σχήμα της. Αυτό το πλήρες, μελωδικό και ρυθμικό, σχήμα της λέξης ο ομιλητής το έπαιρνε από τη λέξη, δεν της το έδινε. Αποκαλυπτικές είναι οι οδηγίες του Αριστοτέλη προς τους ρήτορες: ο έντεχνος πεζός λόγος, λέει, πρέπει να έχει ρυθμό αλλά όχι μέτρο. Αναζητώντας ένα βηματισμό ταυτόχρονα ρυθμικό και ελεύθερο καταλήγει στον Παίωνα ή Παιάνα. Η αποστολή της μουσικής να ενδυναμώνει μέσα από τους τύπους του λόγου τις δικές του αναπνοές, την καταξίωνε πολύ περισσότερο από την «ψιλή», την οργανική πρακτική της. Όταν ο Ευριπίδης αρχίζει να ελευθεριάζει, τόσο ο Αριστοφάνης όσο και, αργότερα, ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς τον μέμφονται. Η άποψη του Αλικαρνασσέως εντάσσεται και σε μια εποχή, από τον 2ο αιώνα π.Χ. ως τον 2ο αιώνα μ.Χ., όπου επικρατεί ένα νεο-αυστηρό ύφος που επανασυνδέει τη μελοποίηση με την προσωδία του λόγου. Ενδεικτικό παράδειγμα, το «Προοίμιον» του μουσικού Διονυσίου (1ος αιώνας π.Χ. ή μ.Χ.). Το εύρημα που οριοθετεί το χώρο στον οποίο κινούνται η μουσική και ο αρχαίος ελληνικός λόγος είναι ένας χριστιανικός ύμνος (τέλος 3ου αιώνα μ.Χ.) στο μεταβατικό στάδιο προς το βυζαντινό μουσικό ύφος που ονομάζεται «ειρμολογικόν».
Μουσική και αρχαίος ελληνικός λόγος
25 Jun 2011
by Archaeology Newsroom
- A
- A
- A