Για να γίνει αντιληπτός ο όρος «αισθητική προσέγγιση του αστικού τοπίου», πρέπει να διακρίνουμε τον τόπο από το τοπίο, ου είναι μια οπτική ολότητα. Το τοπίο συνδέεται με την απεικόνιση και η διάκριση γίνεται ανάμεσα α) στη μορφολογική και λειτουργική γλώσσα του τοπίου που απευθύνεται στο συναίσθημα και β) την αφηρημένη γλώσσα του χώρου που απευθύνεται στη λογική. Το τοπίο ως εικόνα του χώρου δεν γεννιέται μόνο από την όραση, ούτε μόνο από όλες τις άλλες αισθήσεις αλλά και από το συναίσθημα και από τη λογική. Ως προς την αναγνωσιμότητα του χώρου, τα στοιχεία του κατατάσσονται σε σημειακά, γραμμικά και επίπεδα. Σημαντικός είναι και ο βαθμός τονισμού που προκύπτει από τον τρόπο σύνταξης των διάφορων μορφημάτων. Την αντιληπτικότητα του χώρου επηρεάζει η αναγνώριση του είδους ελευθερίας που ένας χώρος επιτρέπει στο χρήστη του. Η διαφορά ανάμεσα στις ψυχολογικές από τις τοπολογικές αποστάσεις των τόπων βοηθά στην κατανόηση των μηχανισμών αντίληψης και σχηματισμού της εικόνας, ενώ η διερεύνηση της αντιληπτικής φωτοσκίασης της καθαρότητας, δηλ. της αντίληψης ή του βαθμού σύγχυσης του χρήστη μέσα σε κάποιο χώρο, αποτελεί μια ακόμη προσέγγιση της αντιληπτικής δομής του. Η ερμηνεία της εικόνας έχει διάφορους βαθμούς εμβάθυνσης: α) την περιγραφική της φαινομενολογικής τους πραγματικότητας για τη σημειολογία (προ-εικονογραφικό επίπεδο για την εικονολογία), β) το επίπεδο χαρακτηρισμού (το εικονογραφικό επίπεδο) και γ) τη συνέμφαση (εικονολογική απόδοση). Ένα πείραμα με τοπίο του Ναυπλίου επιβεβαιώνει τη σημασία που έχει το κέντρο αναμφισβήτητου ενδιαφέροντος του τοπίου που είναι παράλληλα και το κέντρο κοινοτυπίας του.