Στην αρχαία Αθήνα του 5ου και του 4ου αιώνα, κοινωνία ανδροκρατική και δουλοκτητική, τα ανθρώπινα δικαιώματα διασφαλίζονται από μια συμμετοχική δημοκρατία: οι αθηναίοι πολίτες μετέχουν περιοδικά στα κέντρα λήψης των αποφάσεων ενώ, παράλληλα, σε όλα σχεδόν τα δημόσια αξιώματα δεν εκλέγονται αλλά αναδεικνύονται με κλήρο. Καθιερώνοντας τη «μισθοφορία», ο Περικλής επέτρεψε και στους φτωχότερους να μετέχουν ενεργά στην πολιτική ζωή.
Οι αθηναίοι πολίτες φορολογούνται ανάλογα με την τάξη τους. Οι ευπορότεροι επιβαρύνονται με τις λειτουργίες. Στη θρησκεία, η απουσία δόγματος επιτρέπει σχετική ελευθερία αλλά η ύπαρξη των θεών της πόλης δεν επιτρέπεται να αμφισβητηθεί. Μια τέτοια κατηγορία απαγγέλθηκε στον Σωκράτη όπως και στον Αναξαγόρα.
Η Αθήνα περιγράφεται εύστοχα ως κλειστή λέσχη πολιτών, δηλαδή ελεύθερων και ενήλικων αντρών που, με νόμο του Περικλή (451 π.Χ.), έπρεπε να έχουν αθηναίους γονείς. Την ελευθερία επιλογής συντρόφου περιόριζε και το γεγονός ότι το γάμο κανόνιζε ο πατέρας. Μόνο οι παντρεμένοι μπορούσαν να γίνουν ρήτορες ή στρατηγοί. Όσο για την κόρη που δεν είχε αδελφό, την επίκληρο, μετά το θάνατο του πατέρα όφειλε να παντρευτεί τον κοντινότερο συγγενή του.
Οι γυναίκες στην Αθήνα δεν πήγαιναν σχολείο, τελούσαν υπό καθεστώς κηδεμονίας και εκπροσωπούνταν από έναν «κύριον», πατέρα, αδελφό ή σύζυγο. Παντρεύονταν γύρω στα 14 και η προίκα τους ήταν αναπαλλοτρίωτη. Αυστηρά γυναικείες γιορτές ήταν τα Θεσμοφόρια, τα Αρρηφόρια, τα Σκιροφόρια, τα Στήνια και τα Αλώα. Αντίθετα, οι εταίρες παρακολουθούσαν τις θεατρικές παραστάσεις, τα μαθήματα των φιλοσόφων και παρευρίσκονταν στα συμπόσια.
Τα αγόρια από έξι ως δεκαπέντε χρονών συνόδευε στο σχολείο και την παλαίστρα ο παιδαγωγός. Τα δύο επόμενα χρόνια, ως «πρόσηβοι», καθήκον είχαν την εκγύμναση. Στη διετή εφηβεία τους που άρχιζε στα 18 με τον όρκο των εφήβων έκαναν το αντίστοιχο της στρατιωτικής μας θητείας.
Οι μέτοικοι, ξένοι εγκατεστημένοι στην Αθήνα, είχαν ίδιες στρατιωτικές και οικονομικές υποχρεώσεις με τους Αθηναίους αλλά δεν τους επιτρεπόταν να έχουν έγγεια ιδιοκτησία. Πολιτικά δικαιώματα δεν είχαν και όφειλαν να έχουν έναν «προστάτη», έναν αθηναίο εγγυητή.
Οι δούλοι διαφοροποιούνται από το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς: άλλοι ανήκουν σε ιδιώτες και άλλοι στην πόλη, απαρτίζοντας την αστυνομία και απασχολούμενοι σε δημόσια έργα. Εργάζονται σε αγρούς, σε σπίτια, σε βιοτεχνίες και εργαστήρια, σε δικό τους χώρο χωρίς την παρουσία αφεντικού (οι «χωρίς οικούντες») και στα ορυχεία του Λαυρίου. Ο ξυλοδαρμός και ο βασανισμός ήταν η συνήθης μεταχείριση αν και ο δούλος μπορούσε να ζητήσει να πουληθεί σε άλλον αφέντη. Επισκέπτες από ολιγαρχικές πόλεις εκπλήσσονται διαπιστώνοντας ότι το δικαίωμα στον ξυλοδαρμό ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον αφέντη αλλά και με την ενδυματολογική ομοιότητα μεταξύ των δύο. Στους «χωρίς οικούντες» δούλους επιτρεπόταν να δουλεύουν με αμοιβή, καταβάλλοντας στο αφεντικό τους την «αποφορά» και συγκεντρώνοντας έτσι το ποσό για την εξαγορά της ελευθερίας τους. Ευκολότερος τρόπος να γίνει ένας δούλος «απελεύθερος» ήταν να δανειστεί το απαιτούμενο ποσόν από κάποιον από τους αθηναϊκούς «εράνους» αποπληρώνοντάς το στη συνέχεια. Ο δούλος μπορούσε να ελευθερωθεί και από τον κύριό του ή ακόμη και από την πόλη που ελευθέρωνε δούλους μαζικά στιςκρίσιμες πολεμικές περιόδους, όταν χρειαζόταν περισσότερους πολεμιστές.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα στην αρχαία Αθήνα τον 5ο και 4ο αιώνα π.X.
27 Jun 2011
by vziampaka
- A
- A
- A