Ο Φίλιππος την αποκαλούσε «κλείδα» ή «πέδη» της Ελλάδος. Γεωγράφοι και περιηγητές θαύμασαν το λιμάνι και το απόρθητο τείχος της. Η Χαλκίδα πρωταγωνίστησε στην ιστορία του νησιού. Στο απόγειο της εμπορικής της ανάπτυξης έφτασε στους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους. Άλλωστε, κατά μία εκδοχή το όνομά της ετυμολογείται από το πορφυρούχο κοχύλι «χάλκη» ή «κάλχη», που απέφερε κέρδη στους αλιείς του. Οι άλλες δύο εκδοχές συνδέουν την πόλη με τη Χαλκίδα, κόρη του ποταμού Ασωπού, ή με τα ορυχεία χαλκού. Οι λίγες γραπτές πηγές μάς πληροφορούν ότι στα ρωμαϊκά χρόνια η πόλη εξακολουθεί να ευημερεί, κοσμείται με ιερά, δημόσια έργα, άνετες ιδιωτικές κατοικίες. Στην ύστερη ρωμαιοκρατία, τα κτίσματα έχουν διαφορετική τοιχοδομία, πολύ γερά θεμέλια και κάποια είναι διώροφα. Σε ύψωμα είναι κτισμένες οι πολυτελείς κατοικίες με τα ψηφιδωτά δάπεδα.
Τις ανάγκες της Χαλκίδας για νερό κάλυπτε η πηγή Αρέθουσα, που αποτελούσε και χώρο λατρείας της νύμφης, λατρεία τοπική όπως και εκείνη της αρχηγέτιδας Χαλκίδας. Στις θεότητες του ολυμπιακού πανθέου προστέθηκαν οι θεότητες από την Ανατολή, όπως η Κυβέλη, η Ίσιδα, ο Σάραπις, ο Άνουβις, ο Άπις.
Την αποσπασματική γνώση για τη γλυπτική της Χαλκίδας που πρόσφεραν μεμονωμένα και σποραδικά παραδείγματα ήρθε να διαφωτίσει ένα σημαντικό σύνολο γλυπτών που βρέθηκε το 1951 στο οικόπεδο Α. Ζέρβα. Στη συνέχεια, η συγγραφέας περιγράφει αναλυτικά ένα ανάγλυφο νεκροδείπνου του 2ου αιώνα μ.Χ., που βρίσκεται στο Μουσείο Χαλκίδας και πιθανότατα απεικονίζει τον Ασκληπιό και την Υγεία.