Σε όλη της την ιστορική πορεία, χώρος λατρείας στην αρχαιότητα, οχυρό στη Λατινοκρατία και την Τουρκοκρατία, η Ακρόπολη δεν είχε χρήση συμβολική αλλά στέγασε πλήθος ανθρώπινων δραστηριοτήτων πλην μιας: την εμπορευματοποίησή της. Με την ίδρυση του ελληνικού κράτους και την εγκαθίδρυση των Βαυαρών, εισάγεται η γερμανική κλασικιστική θεώρηση του κόσμου που μεταφράζεται από τους Έλληνες σε ακραία πατριωτική προγονολατρεία. Ο βράχος θα γίνει «ιερός», με την εθνοκεντρική έννοια του όρου, ασάλευτη, πέτρινη ναυαρχίδα του έθνους που πάνω της κυματίζει η ελληνική σημαία! Η φιλοσοφία συντήρησης των μνημείων της αντανακλά επί ενάμιση αιώνα το νέο περιεχόμενο που τους αποδόθηκε: σκοπός είναι να «καθαρθεί» η Ακρόπολη από κάθε ίχνος υστερότερων επεμβάσεων ώστε ν‘ αποκατασταθεί το κλασικό «αρχαίον κάλλος». Πολιτιστικό προσκύνημα των καλλιεργημένων περιηγητών του 19ου αιώνα, η Ακρόπολη μετατράπηκε τον 20ό σε τουριστικό αξιοθέατο. Η πλημμυρίδα επισκεπτών σε εποχή αιχμής δεν επιτρέπει πια τη διερευνητική βίωση του ιστορικού χώρου. Πριν μόλις δυο γενιές, μπορούσες να επισκεφθείς τον σηκό του Παρθενώνα με την πανσέληνο. Γιατί, λοιπόν, να αποκλείσουμε ότι στο μέλλον η θέασή της δεν θα επιτρέπεται παρά μόνον από αερόστατα και με τηλεσκόπια;
Ο υπαρξιακός και συναισθηματικός δεσμός των Αθηναίων με το τοπόσημο της πόλης τους δεν αίρεται, ούτε όταν αυτοί δεν το επισκέπτονται. Η ύπαρξή της Ακρόπολης τους είναι βίωμα, προϋπόθεση ζωής, όπως η θάλασσα και τα βουνά γύρω τους. Πέρα από την απαραίτητη βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών, τη σωστή συντήρηση και αναστήλωση, πρέπει να διασφαλιστεί η προσβασιμότητα του χώρου. Γιατί τα μνημεία επιζούν όσο οι άνθρωποι τα φέρνουν στη σκέψη και την καρδιά τους.