Το κοσμικό θέατρο στο Βυζάντιο αναφέρεται στη μιμική τέχνη και τον ερμηνευτή της, τον μίμο. Μίμος αρχικά σήμαινε το θεατρικό κείμενο, ένα διάλογο από τη μυθολογία ή την καθημερινή ζωή. Αγαπημένο θέμα σάτιρας των μίμων στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους ήταν τα μυστήρια της χριστιανικής θρησκείας. Το μιμοθέατρο αξιοποιούσε συγκεκριμένους τύπους (ο φαλακρός γέρος, ο θηλυπρεπής νέος, η φανταχτερή γυναίκα), δεν χρησιμοποιούσε μάσκες και συνδύαζε τον θεατρικό διάλογο με μουσική, χορό και τολμηρά τραγούδια. Η σχέση βυζαντινού μίμου και Commedia dell’ arte όμως δεν έχει αποδειχτεί. Κοινωνικά ο μίμος και η μιμάδα ήταν άτομα ανυπόληπτα, εξού και τα πορνεία ονομάζονταν και μιμαρεία. Προς το τέλος του 4ου αιώνα, ο Μ. Θεοδόσιος ανέκοψε την άνθηση του μιμοθέατρου, ενώ πύρινα ήταν και τα κηρύγματα του Ιωάννη Χρυσοστόμου. Σοβαρότατο πλήγμα δέχτηκε η μιμική τέχνη το 691, όταν η εν Τρούλλω ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος απαγόρευσε ρητά τις θεατρικές και τις χορευτικές παραστάσεις. Οι μίμοι συνέχισαν να παίζουν σε γιορτές και σε παραστατικά έθιμα ενώ, τον 9ο αιώνα, σκαρώνουν στον Ιππόδρομο μια σκηνή κοινωνικής κριτικής. Εξίσου αβέβαιη με την περίπτωση του μίμου είναι και η παρουσία του παντομίμου μετά τον 7ο αιώνα. Ο παντομίμος ήταν ένα θεατρικό είδος όπου ο χειροσοφιστής, ένας χορευτής με μάσκα, χόρευε ένα μυθολογικό θέμα με συνοδεία μουσικής και χορωδίας.
Η ύπαρξη θρησκευτικού θεάτρου είναι αβέβαιη, εδώ όμως κατατάσσονται έργα που είτε συνδυάζουν αφήγηση και διάλογο είτε έχουν «δραματική» φόρμα. Στα πρώτα ανήκουν τα κείμενα του Άγιου Μεθόδιου, του Άρειου, του πατριάρχη Πρόκλου, πιθανόν και του Ιωάννη Δαμασκηνού. Τα «δραματικά» κείμενα είναι γραμμένα σε διαλογική μορφή. Ο Χριστός πάσχων, που χρονολογείται είτε στον 4ο/5ο είτε στον 11ο/12ο αιώνα, αποτελείται από 2.610 12σύλλαβους, συρραφή στίχων από αρχαίες τραγωδίες και εκκλησιαστικά κείμενα, τεχνική που ονομάζεται «κέντων». Στον Παλατίνο Κώδικα 367 του Βατικανού σώζονται Τα Πάθη, πιθανόν από την Κύπρο, γραμμένα μεταξύ του 7ου και 13ου αιώνα, που περιλαμβάνουν σκηνοθετικές οδηγίες. Άλλα λογοτεχνικά έργα σε διαλογική μορφή είναι από τον 9οαιώνα οι «Στίχοι εις τον Αδάμ» του διακόνου Ιγνάτιου και, από τον 12ο αιώνα, ο «Αμάραντος» ή «Γέροντος έρωτες», η «Απόδημος φιλία» και ένα τρίτο έργο με θέμα τον αγώνα ποντικιών και γάτου του Θεόδωρου Πρόδρομου, το «Δραματικόν ποίημα» του Ιωάννη Τζέτζη, το «Δραμάτιον» του Μιχαήλ Απλούχειρου.
Για παραστάσεις λειτουργικών σκηνών στο χώρο της εκκλησίας οι μαρτυρίες είναι αμφιλεγόμενες. Ο επίσκοπος Liutprand που επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη το 968 αναφέρεται σε σκηνικά παιχνίδια στην Ανάληψη του Προφήτη Ηλία. Φαίνεται επίσης ότι τον 15ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη γίνονταν θεατρικές παραστάσεις των Τριών Παίδων εν καμίνω. Στη Ρωσία του 16ου και 17ου αιώνα η σκηνή εξελίχτηκε σε θεατρική παράσταση έξω από την εκκλησία, και αναπαράστασή της έδωσε ο Αϊζενστάιν στον Ιβάν τον Τρομερό. Η Κάθοδος του Χριστού στον Άδη μαρτυρείται στην Κωνσταντινούπολη τον 16ο αιώνα. Ο Νιπτήρας, που περιγράφεται τον 14ο αιώνα, παρασταίνεται σήμερα στην Πάτμο τη Μ. Πέμπτη.